Δευτέρα 7 Μαρτίου 2011

Πουλάει τελικά το βιολογικό κρασί;


Πρώτα απ ʽόλα θα πρέπει να κάνουμε μια σημαντική διευκρίνιση. Δεν μπορούμε να μιλάμε για βιολογικό κρασί , αλλά για κρασί φτιαγμένο από σταφύλια βιολογικής καλλιέργειας.
Η ουσιαστική διαφορά με ένα άλλο κρασί είναι ο τρόπος καλλιέργειας του αμπελιού. Αν θέλαμε να μιλάμε για απολύτως βιολογικό κρασί θα έπρεπε όλα τα συστατικά του (ο θειώδης ανυδρίτης για παράδειγμα) να είναι βιολογικής προέλευσης, πράγμα αδύνατο αλλά και ανούσιο.
Εναλλακτικά, θα έπρεπε να ορίζεται νομικά ο όρος με συγκεκριμένες παραμέτρους για κάθε στάδιο της οινοποίησης, πράγμα που απλώς δεν συμβαίνει. Όχι ακόμα τουλάχιστον.

Μιλάμε λοιπόν για κρασί από βιολογική καλλιέργεια, με τα βιολογικής καλλιέργειας σταφύλια να είναι πιστοποιημένα από αντίστοιχο φορέα. Σύμφωνα με τη νομοθεσία για τη βιολογική αμπελοκαλλιέργεια: α) για τη λίπανση χρησιμοποιείται μόνον κοπριά ζώων και όχι χημικά λιπάσματα β) η προστασία του αμπελιού από τους εχθρούς του γίνεται μόνο με βιολογικά μέσα και γ) ο χαλκός και το θειάφι χρησιμοποιούνται για την προστασία του αμπελιού από τον περονόσπορο και το ωίδιο, τις δύο πιο συνηθισμένες αρρώστιες που προσβάλλουν το αμπέλι.

Πολλοί παραγωγοί ακολουθούν συνολικά ή εν μέρει τις επιταγές της βιολογικής γεωργίας, ακόμα και αν δεν παίρνουν την σχετική πιστοποίηση. Υπάρχουν αρκετοί λόγοι για αυτό, από τους πιο επιφανειακούς (το βιολογικό είναι η μόδα της εποχής, κακά τα ψέματα) μέχρι και τους πιο ουσιαστικούς (μακροπρόθεσμη υγεία του αμπελώνα αλλά και των ανθρώπων που εργάζονται σε αυτόν). Άλλοι πιστεύουν ότι το υγιές έδαφος θα δώσει και υγιή σταφύλια, οπότε ακολουθούν τις αρχές χρησιμοποιώντας την βιολογική γεωργία σαν εργαλείο για την βελτίωση του τελικού προϊόντος. Οι γραφειοκρατικές δυσκολίες, αλλά περισσότερο η έλλειψη ουσιαστικού εμπορικού πλεονεκτήματος αφήνουν αυτούς τους ανθρώπους χωρίς την τελική πιστοποίηση.

Το ερώτημα για μένα είναι πού οφείλεται αυτή η έλλειψη εμπορικού αποτελέσματος, γιατί δηλαδή το βιολογικό κρασί δεν είναι marketing tool. Τα άρθρα και οι αναφορές στον τύπο (βλ. και τελευταίο τεύχος του Οινοχόου της Καθημερινής) ασχολούνται με το τεχνικό/θεσμικό κομμάτι της υπόθεσης και όχι με το εμπορικό. Γεγονός είναι ότι λίγες μελέτες έχουν γίνει για την ανταπόκριση του κοινού στα κρασιά από βιολογική καλλιέργεια, οπότε πρέπει κανείς να ψάξει στα τυφλά και να στηριχτεί πολύ στην προσωπική εμπειρία.

Στο σπίτι, ειδικά από τότε που γεννήθηκε το παιδί, αγοράζουμε αρκετά προϊόντα βιολογικής καλλιέργειας. Οι πατάτες, τα περισσότερα φρούτα, οι ντομάτες, τα εσπεριδοειδή, τα ζυμαρικά, το κρέας (συνήθως) είναι όλα τους βιολογικά. Είναι αρκετά ακριβότερα αλλά περιμένουμε ότι θα γλυτώσουμε το κόστος σε…γιατρούς μετά από χρόνια. Επίσης, είναι πολύ πιο νόστιμα και μυρίζουν όπως θα έπρεπε. Κόβεις το λεμόνι ή το καρπούζι κι ευωδιάζει η κουζίνα ολόκληρη. Θα έλεγα δηλαδή ότι αντιπροσωπεύω ένα νοικοκυριό ευαίσθητο σε θέματα πρώτων υλών διατροφής και συνειδητοποιημένο στην κατανάλωση, στο βαθμό που αυτό είναι εφικτό. Παρόλα αυτά δεν αγοράζουμε βιολογικό κρασί ή μάλλον (για την ακρίβεια) δεν επιλέγουμε μεταξύ δύο παρόμοιων κρασιών αυτό που είναι βιολογικό. Και δεν είμαστε οι μόνοι.

Υπάρχουν αρκετοί λόγοι που ο καταναλωτής κρασιού δεν θα απλώσει το χέρι του προς το κρασί βιολογικής καλλιέργειας:

    •    Υπάρχει σίγουρα έλλειψη ενημέρωσης, εδώ πρέπει να ξεκινάς ορίζοντας τι είναι και τι δεν είναι «βιολογικό»κρασί.
    •    Υπάρχει έλλειψη πρόσβασης: συνήθως (όχι πάντα) η βιολογικά πιστοποιημένη καλλιέργεια είναι μικρής κλίμακας και συνεπάγεται περιορισμένο κανάλι διανομής, πολλές φορές περιορισμένο στην τοπική αγορά.
    •    Το κόστος αντιμετωπίζεται ως υπερβολικό, άλλωστε, το κρασί είναι ήδη ένα προϊόν που κανείς δεν χαρακτηρίζει φτηνό.
    •    Η συχνότητα της κατανάλωσης δεν είναι μεγάλη. Δεν είναι πολλοί αυτοί που καταναλώνουν κρασί τόσο συχνά ώστε να έχει σημασία η διαφορά. Σαλάτα όμως τρώμε (ή θα έπρεπε να τρώμε) κάθε μέρα.
    •    Το κρασί αντιμετωπίζεται ως ένα ήδη αγνό, θετικό για την υγεία προϊόν, με περιορισμένα πρόσθετα. Ενώ στο κρέας αγωνιούμε για τις τοξίνες και στα λαχανικά για τα φυτοφάρμακα, το κρασί έχει ήδη την εικόνα του προϊόντος που ενισχύει την υγεία (French paradox και όλα τα συναφή) οπότε δεν βλέπουμε τον λόγο.

Το βασικότερο όλων; Γεύση και άρωμα.


Οι άνθρωποι που αγαπάνε το κρασί συνήθως δίνουν έμφαση στα οργανοληπτικά χαρακτηριστικά του – κι όχι μόνο του κρασιού, αλλά του συνόλου των διατροφικών ειδών που προτιμάνε. Αν το βιολογικό φασολάκι έχει την ίδια (ή χειρότερη) γεύση από το συμβατικό, γίνεται καταναγκαστική η προτίμηση σε αυτό και μετά από λίγο καιρό θα γυρίσεις απλά στο πιο νόστιμο. Ευτυχώς, σχεδόν όλα τα βιολογικά προϊόντα είναι πιο νόστιμα από τα συμβατικά. Αυτό το περιμένω και στο κρασί για να το προτιμήσω: καλύτερη μύτη, πιο ελκυστικό στόμα. Θέλω να είναι ποιοτικά ένα ανώτερο προϊόν, σταθερά και αξιόπιστα, και τότε φυσικά θα προτιμήσω την κατανάλωσή του. Αν όμως το συμβατικό είναι καλύτερο κρασί, ε, θα προτιμήσω το συμβατικό. Πίνω για την ευχαρίστησή μου κι όχι για να χορτάσω, οπότε αφού δεν έχω υποχρέωση να καταναλώσω το κρασί θα το κάνω μόνο αν είναι ευχάριστο.


Με άλλα λόγια, ο καταναλωτής που διαλέγει το βιολογικό προϊόν περιμένει, εκτός από τα μακροπρόθεσμα οφέλη στην υγεία του, χαρακτηριστικά γεύσης και αρώματος καλύτερα από τα αντίστοιχα των προϊόντων συμβατικών καλλιεργειών. Και αν αυτό δεν το πετύχουν οι παραγωγοί, τότε δεν πρόκειται να πουλήσει η φιάλη τους περισσότερο από μια αντίστοιχη συγκρίσιμη φιάλη συμβατικής καλλιέργειας.

from: http://www.onlineexpo.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου