Δευτέρα 31 Ιανουαρίου 2011

Ice wine

Η έκφραση «ice wine» θα μπορούσε να μοιάζει με ανέκδοτο -και αυτό διότι το αμπέλι, το σταφύλι, έχουν μάθει να ευδοκιμούν σε ήπια κλίματα, κοντά στη θάλασσα. Κι όμως, η φύση μπορεί να μας προσφέρει απλόχερα τα πάντα, ακόμα και -και εδώ είναι κυριολεκτικό- «παγωμένο κρασί».
Η ονομασία του, ανάλογα με τη χώρα προέλευσής του, είναι ice wine ή icewine ή Εiswein. Πρόκειται για ένα είδος γλυκού κρασιού, ιδανικού για επιδόρπιο, που παράγεται από σταφύλια τα οποία έχουν παγώσει πάνω στο κλήμα. Η παραγωγή αυτού του εξαιρετικού κρασιού είναι πραγματικά κάτι μαγικό, αν αναλογιστεί κανείς ότι στο «πατητήρι» πηγαίνουν παγωμένες ρώγες. Φυσικά, λόγω των δεδομένων κλιματολογικών συνθηκών που απαιτούνται δεν είναι πολλά τα σημεία του κόσμου που μπορούν να παράγουν τέτοιο κρασί. Στη Γερμανία ονομάζεται Εiswein και στον Καναδά icewine (οι μεγαλύτερες χώρες παραγωγοί τέτοιου κρασιού στον κόσμο). Σε μικρότερες ποσότητες παράγεται στην Αυστραλία, την Αυστρία, την Κροατία, τη Γαλλία, τη Νέα Ζηλανδία και τις Η.Π.Α.
Οι κλιματολογικές συνθήκες που βοηθούν στο να γεννηθεί ένα τέτοιο κρασί είναι αυτές όπου ο τόπος το μεν καλοκαίρι έχει υψηλές θερμοκρασίες -έτσι ώστε το αμπέλι να μπορέσει να ζήσει, να μεγαλώσει και να βγάλει σταφύλια- και το χειμώνα, περί τον Νοέμβριο, η θερμοκρασία κατεβαίνει στους -10°C.
Για να γεννηθεί ένα ice wine, πρέπει καταρχάς η θερμοκρασία (σύμφωνα με το νόμο) στον Καναδά να είναι -8°C ή παρακάτω και στη Γερμανία -7°C ή παρακάτω. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα πολλές φορές οι παραγωγοί να περιμένουν μέχρι τον Νοέμβριο ή και τον Δεκέμβριο για να παγώσουν οι ρώγες, πράγμα που πολλές φορές αχρηστεύει μεγάλο μέρος της σοδειάς. Λίγο πριν από τα Χριστούγεννα, όλοι οι παραγωγοί αυτών των τόπων παρακολουθούν εναγωνίως τον καιρό, περιμένοντας τα παγωμένα μεσάνυχτα που θα δώσουν το εναρκτήριο λάκτισμα για να ξεκινήσει ο τρύγος στα χιονισμένα αμπέλια. Ενα μέρος της σοδειάς σαπίζει πάνω στο αμπέλι, ενώ όταν φτάσει η στιγμή της περισυλλογής, συλλέγονται μόνον οι υγιείς, παγωμένες ρώγες -για να συμβεί αυτό, πρέπει να τις συλλέξουν νύχτα ή τις πρώτες πρωινές ώρες της ημέρας. Από την παγωμένη ρώγα (που στην ουσία έχει χάσει το νερό της), όταν συνθλίβεται, αυτό που βγαίνει είναι ελάχιστος χυμός με υψηλά σάκχαρα. Αν συνυπολογίσουμε ότι αυτές οι λίγες υγιείς ρώγες που φτάνουν στο συμπιεστή έχουν παγώσει και ξεπαγώσει 5-10 φορές πριν τρυγηθούν, είναι όλα αυτά μαζί που προσδίδουν σ’ αυτό το κρασί τη μοναδική του ιδιαιτερότητα αλλά και την κάπως ακριβή τιμή. Σπάνια αρώματα που γεννιούνται υπό τις μοναδικές αυτές διαδικασίες, μεθυστικές γεύσεις και ιδιαίτερα ευωδιαστά μπουκέτα που ζυμώνονται στις ακραίες καιρικές συνθήκες κάνουν τα κρασιά αυτά πλούσια, πληθωρικά και ερεθιστικά για την παλέτα.
Η ιστορία τους δείχνει να ξεκινάει από τα τέλη του 1700 στη Γερμανία, όπου τυχαία κάποιοι παραγωγοί έναν ιδιαίτερα βαρύ χειμώνα άφησαν λίγα τσαμπιά πάνω στα αμπέλια για να βρουν τροφή κάποια ζώα. Είδαν, όμως, ότι αυτές οι ρώγες λίγο αργότερα έγιναν ιδιαί-τερα γλυκές. Ετσι, τις έβαλαν στο πατητήρι και το πρώτο Εiswein ήταν γεγονός. Πολλά χρόνια αργότερα, αυτό το λάθος θα συστηματοποιούνταν για να βγουν στην παραγωγή τα πρώτα μπουκάλια. Η πρώτη προσπάθεια για τέτοιο κρασί που μεταφέρθηκε εκτός Γερμανίας ήταν στον Καναδά από Γερμανούς και Αυστριακούς μετανάστες στην περιοχή γύρω από τη λίμνη Οντάριο. Στις μέρες μας πια, ο Καναδάς, έχοντας βελτιώσει ιδιαίτερα αυτά τα «παγωμένα» κρασιά, είναι η υπ’ αριθμόν 1 παραγωγός χώρα στον κόσμο.
Η τυπική ποικιλία που ξεκίνησε να δίνει Εiswein στη Γερμανία ήταν το Riesling, ενώ στην Αμερική και τον Καναδά επικράτησε η Vidal και αργότερα η Cabernet Franc. Τα τελευταία χρόνια, όμως, πολλές ποικιλίες έχουν δώσει ice wine, ιδιαίτερα στον Νέο Κόσμο, αφού οι παραγωγοί μπαίνουν στο παιχνίδι και πειραματίζονται συνεχώς. Ετσι, νέα κρασιά φτάνουν στο τραπέζι μας από λευκές ποικιλίες όπως Seyval Blanc, Chardonnay, Gewurztraminer, Pinot Blanc και Kemer. Κόκκινες ποικιλίες που έχουν μπει στο παιχνίδι των ice wines είναι οι Merlot, Pinot Noir και Cabernet Sauvignon. Τον τελευταίο καιρό, ένας διάσημος παραγωγός από τον Νιαγάρα του Οντάριο, το Pillitteri Estates Winery, θέλησε να είναι ο πρώτος δημιουργός ice wine από ποικιλία Syrah.

from: http://www.imerisia.gr/

Στη χώρα του πόρτο




Ενα παλιό πορτογαλικό ρητό λέει πως η Λισσαβώνα διασκεδάζει και το Πόρτο εργάζεται. Είναι φυσικό. Οι κάτοικοι της πρωτεύουσας του Βορρά, που χωρίζεται στα δύο από τον ποταμό Ντόουρο, ασχολούνται από την αρχαιότητα με μια επίπονη αλλά και επικερδή εργασία: την εκμετάλλευση των αμπελιών της γειτονικής κοιλάδας απ' όπου βγαίνει ένα από τα κύρια εξαγώγιμα προϊόντα της χώρας, το φημισμένο κρασί πόρτο. Οι Ελληνες χρειάστηκε να κατακτήσουν το ευρωπαϊκό κύπελλο ποδοσφαίρου στο γήπεδο Ντραγκάο για να ανακαλύψουν τις χάρες της πόλης, λίγοι όμως γνωρίζουν περισσότερα πράγματα για τον οίνο με τη γλυκιά και βαθιά γεύση που ταυτίστηκε με την Πορτογαλία.

Το Πόρτο είναι μια ανάσα από τον Ατλαντικό. Ομως, το υγρό στοιχείο που κυριαρχεί στην πόλη είναι ο Ντόουρο, ο ποταμός που τη διχοτομεί: από τη μια πλευρά του βρίσκεται η πόλη με τα εμπορικά της καταστήματα, τα σπίτια με τα πλακάκια στις προσόψεις και τις απλωμένες μπουγάδες. Από την άλλη, η όχθη που ονομάζεται Βίλα Νόβα ντα Γκάια. Εκεί βρίσκονται οι αρμαζένς, οι αποθήκες ωρίμασης του κρασιού που μέχρι πρότινος μεταφερόταν με βάρκες. Καθένας από τους μεγάλους οίκους παραγωγής έχει τις δικές του δεξαμενές, τα κελάρια αλλά και κατάλληλες αίθουσες όπου οι ενδιαφερόμενοι μπορούν, μέσα στη μισή ώρα που διαρκεί η ξενάγηση, να δοκιμάσουν 2 είδη πόρτο. Δεν υπάρχει επισκέπτης της πόλης που να μην μπει στον πειρασμό να πιει μερικά ποτηράκια και να δει τους γλάρους να κάνουν χαμηλές πτήσεις πάνω από τις κεραμιδένιες στέγες της νότιας όχθης.

Ιστορικά, το πόρτο οφείλει τη γέννησή του σε μια σειρά γεωπολιτικών συμφερόντων. Ο πόλεμος μεταξύ Βρετανών και Γάλλων ανάγκασε τους πρώτους να αναζητήσουν αλλού αγορά κρασιού και όχι στους μισητούς εχθρούς τους. Ετσι ανέβηκε κατακόρυφα η ζήτηση κρασιού από την Ιβηρική Χερσόνησο. Σε αντάλλαγμα, τα πλοία ταξίδευαν πίσω συνήθως γεμάτα με βρετανικά υφάσματα. Για να διατηρείται καλύτερα τα κρασί κατά τη μεταφορά του, ενίσχυαν την αντοχή, τη γεύση και τους βαθμούς του οινοπνεύματος με ένα απόσταγμα που μοιάζει με το μπράντι, το οποίο ονομάζεται αγουαρδιέντε. Αυτή η ιδιαίτερη μείξη χάρισε στο πόρτο την ιδιαίτερη γεύση του και το έκανε με τον καιρό πολύ δημοφιλές ντιζεστίφ. Τα τελευταία χρόνια -με την τονωτική ένεση του μάρκετινγκ- το πόρτο έχει χάσει τον «μονόχνωτο» χαρακτήρα του και έχει γίνει συστατικό σε πολλές συνταγές κοκτέιλ έτσι ώστε να μην είναι ένα ποτό που αφορά μονάχα τους μεγαλύτερους σε ηλικία. Ενα πολύ δροσερό απεριτίφ για το καλοκαίρι, για παράδειγμα, είναι λευκό πόρτο με μια φέτα λεμόνι, πάγο και τόνικ. Είναι κρίμα, λοιπόν, να θεωρείται το πόρτο μια απόλαυση μετά το φαγητό. Και πράγματι, με τις συνταγές των κοκτέιλ το κρασί αυτό γνωρίζει μια δεύτερη νιότη και ειδικά στις ΗΠΑ έχει μεγάλη επιτυχία.
Σερβίρεται πάντα με το αριστερό χέρι!
Από τη στιγμή όμως που θα αποφασίσετε να ανοίξετε το μπουκάλι, πρέπει να το βάλετε σε άλλο δοχείο και να το καταναλώσετε αμέσως. Ο παραδοσιακός τρόπος σερβιρίσματος του πόρτο είναι πάντοτε προς τα αριστερά. Ο θρύλος λέει ότι η συνήθεια αυτή δημιουργήθηκε έτσι ώστε να έχουν οι ευγενείς το δεξί τους χέρι ελεύθερο σε περίπτωση που χρειαστεί να πιάσουν γρήγορα το σπαθί τους. Μόνη εξαίρεση στον κανόνα αυτό είναι όταν κάθεται μια κυρία δεξιά σας…

Φερθείτε του όπως του αξίζει

Τα σκουρόχρωμα παλαιωμένα πόρτο σερβίρονται σε θερμοκρασία δροσερού δωματίου (17° - 19° C), σε αντίθεση με τα νεότερα ανοιχτόχρωμα που θα τα απολαύσετε παγωμένα. Μια καλοκαιρινή πρόταση για πόρτο είναι ένα παγωμένο Τawny Port με ψημένα αλμυρά αμύγδαλα!
Το σωστό ποτήρι για το πόρτο είναι η κλασική τουλίπα του λευκού κρασιού. Προσοχή: μη γεμίζετε ποτέ περισσότερο από το μισό!
Τα περισσότερα πόρτο που πωλούνται στην αγορά είναι έτοιμα για κατανάλωση και δεν θα ωφεληθούν άλλο από το πέρασμα του χρόνου.
Τα μόνα πόρτο που αξίζει να φυλάξετε «ξαπλωμένα» στη κάβα σας είναι τα Vintage port, τα Traditional Late -Bottled Vintage, και τα Crusted port. Aυτά χρειάζονται οπωσδήποτε μετάγγιση. Αυτό σημαίνει πως θα πρέπει το μπουκάλι να σταθεί όρθιο για 24 τουλάχιστον ώρες, έτσι ώστε το ίζημα να μαζευτεί όλο κάτω κάνοντας έτσι ευκολότερη την μετάγγιση. Αδειάστε προσεκτικά το περιεχόμενο σε ένα καθαρό δοχείο και στη συνέχεια, αφού ξεπλύνετε το μπουκάλι από το ίζημα, βάλτε το πάλι μέσα.
Παραδοσιακά, το πόρτο σερβίρεται στο τέλος του δείπνου συνοδεύοντας δυνατά τυριά. Δοκιμάστε ένα Vintage παλαιωμένο με μια πλάκα μαύρη πικρή σοκολάτα. Τέλειο!
Τα πιο γνωστά και ευρείας κυκλοφορίας πόρτο στην Ελλάδα είναι τα Taylor's, Sandeman, Fonseca.

απόσπασμα από: http://portal.kathimerini.gr/

Σάββατο 29 Ιανουαρίου 2011

Γενετικά τροποποιημένες ποικιλίες θα αποτελέσουν το μέλλον του κρασιού


Το πόσο ευοίωνο θα είναι το μέλλον της οινοποιίας και του κρασιού, θα εξαρτηθεί από το κατά πόσο θα αναπτυχθούν νέες ποικιλίες γενετικά τροποποιημένων σταφυλιών, σύμφωνα με Αμερικανούς επιστήμονες που μελετούν το γονιδίωμα του σταφυλιού και έχουν ήδη δημιουργήσει γενετικούς «χάρτες» για πάνω από 1.000 είδη αμπελιών.
Οι ερευνητές, με επικεφαλής τον Σιν Μάιλς της Ιατρικής Σχολής του πανεπιστημίου Στάνφορντ (και πιο πριν του Κορνέλ), που δημοσίευσαν τη σχετική μελέτη στο περιοδικό της Εθνικής Ακαδημίας Επιστημών των ΗΠΑ (PNAS), σύμφωνα με το BBC, αναφέρουν ότι ο βασικός στόχος είναι να δημιουργηθούν ποικιλίες ανθεκτικές στις διάφορες ασθένειες.
Οι πιο γνωστές ποικιλίες, από όπου προέρχονται μια σειρά από γνωστά και αγαπητά κρασιά (μερλό, σαρντονέ, σεμιγιόν, ρίσλινγκ κ.α.) κατά βάση έλκουν την καταγωγή τους από ένα είδος αμπελιού (Vitis vinifera vinifera), το οποίο για πρώτη φορά εκτιμάται ότι καλλιεργήθηκε πριν από 5.000 σε μια περιοχή της σημερινής Τουρκίας ή κοντά σε αυτήν. Από τότε, σιγά-σιγά, η καλλιέργεια και η οινοποιία επεκτάθηκε στις πιο μακρινές χώρες.
Η αρχική γεωργική αμπελοκαλλιέργεια διαφοροποιήθηκε σταδιακά σε εκατοντάδες λευκές και κόκκινες ποικιλίες, παρόλα αυτά τα σταφύλια, από όπου παράγονται τα διάφορα κρασιά, παραμένουν μέχρι σήμερα ουσιαστικά μέλη του ίδιου είδους, με περιορισμένη διασταύρωση μεταξύ των επιμέρους ποικιλιών.
Όπως είπε ο Μάιλς, η έλλειψη διασταύρωσης και περαιτέρω γενετικής διαφοροποίησης καθιστά τα φυτά πιο ευάλωτα σε παθογόνους οργανισμούς. Σε διάφορες περιπτώσεις, καθώς οι ασθένειες των φυτών εξαπλώνονται διεθνώς, τα αμπέλια συχνά δεν έχουν τις αναγκαίες φυσικές αντιστάσεις, με συνέπεια την καταβολή υψηλού οικονομικού κόστους για την προστασία τους με χημικά. Καθώς όμως η Ευρωπαϊκή Ένωση που παράγει περίπου το 70% των κρασιών παγκοσμίως, προσπαθεί να προωθήσει την υγεία των καταναλωτών και την προστασία του περιβάλλοντος, ο ψεκασμός αυτών των χημικών στις γεωργικές καλλιέργειες επιδιώκεται να περιοριστεί, κάτι που θα ενταθεί στο μέλλον (από το 2013) με βάση τις προτάσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.
Έτσι, οι επιστήμονες προσπαθούν να αναπτύξουν νέες ανθεκτικότερες ποικιλίες, είτε μέσω διασταύρωσης των αμπελιών με πιο ανθεκτικά είδη, είτε μέσω «χειραγώγησης» των γονιδίων των σταφυλιών, ώστε να γίνουν άτρωτα στις μολύνσεις. Η πρώτη και πιο συμβατική μέθοδος της διασταύρωσης θεωρείται πιο ακριβής και χρονοβόρα, καθώς τα νέα υβριδικά φυτά πρέπει να αναπτυχθούν επί τρία ή τέσσερα χρόνια μέχρι να καρπίσουν. Στη συνέχεια, θα πρέπει να ακολουθήσει η αργή διαδικασία οινοποίησης και αξιολόγησης του προϊόντος, πριν οι παραγωγοί να είναι σίγουροι ότι όντως δημιούργησαν μια βιώσιμη και ποιοτική ποικιλία.
Με στόχο να προωθήσουν τη δεύτερη επιλογή της αγροτικής βιοτεχνολογίας, οι Αμερικανοί ερευνητές «χαρτογραφούν» το DNA των διαφόρων αμπελιών, εντοπίζοντας γονίδια σχετικά με την οξύτητα, την περιεκτικότητα σε σάκχαρα, την ανθεκτικότητα στις ασθένειες κ.α. Στόχος τους είναι, στη συνέχεια, να μεταφέρουν το επιλεγμένο γενετικό υλικό στα νεαρά φυτά, να αναλύσουν το DNA αμέσως μόλις αυτά βγάλουν τα πρώτα φύλλα τους και να αποφασίσουν -σε σύντομο χρόνο- ποια φυτά θα κρατήσουν με βάση το γενετικό «προφίλ» τους. Η όλη διαδικασία είναι πιο γρήγορη σε σχέση με την παραδοσιακή διασταύρωση των φυτών, αλλά και 100 φορές φθηνότερη, σύμφωνα με τον Μάιλς.
Μέσα από τέτοιους γενετικούς πειραματισμούς αναμένεται μελλοντικά να δημιουργηθούν νέες ποικιλίες κρασιών. Το κρίσιμο ερώτημα είναι όμως αν οι καταναλωτές θα δεχτούν να πίνουν με ευχαρίστηση κρασί από γενετικά τροποποιημένα αμπέλια.

from; www.kathimerini.gr

Σαμπάνια και Αφρώδη Κρασιά


Η σαμπάνια είναι το πιο δημοφιλές κρασί από όλα τα αφρώδη. Είναι τύπος αφρώδες κρασιού όμως η αυθεντική σαμπάνια είναι το κρασί που παράγεται από την περιοχή Champagne της Γαλλίας.
Η Γαλλική νομοθεσία επιβάλει ότι όλα τα αφρώδη κρασιά από τη συγκεκριμένη περιοχή πρέπει να παρασκευάζονται με την ειδική παραδοσιακή μέθοδο παρασκευής ή την μέθοδο της σαμπάνιας. Ο Γαλλικός όρος είναι champenoise. Μόνο τότε μπορεί να ονομαστεί σαμπάνια.
Αφρώδη κρασιά που παράγονται σε άλλες περιοχές του κόσμου πρέπει να ονομάζονται αφρώδη, έστω και αν παρασκευάζονται με τον παραδοσιακό τρόπο. Αυτό δεν σημαίνει ότι υστερούν σε ποιότητα αλλά απλά ότι δεν μπορούν να αποκαλούνται σαμπάνια. Υπάρχουν πολλά αφρώδη κρασιά εξαιρετικής ποιότητας που παράγονται σε πολλές χώρες στον κόσμο.

Τί Πρέπει να Γνωρίζετε όταν Αγοράζετε Αφρώδη Κρασιά

Η σαμπάνια είναι περίπλοκη, με περισσότερες και μικρότερες φυσαλίδες από τα αφρώδη κρασιά που παρασκευάζονται με τη μέθοδο charmat, λόγω της μακράς έκθεσης της σε ιζήματα.
Τα αφρώδη κρασιά μπορεί να είναι εξαιρετικής ποιότητας αλλά η μέθοδος charmat χρησιμοποιείται για να δημιουργηθεί μια πιο φρουτώδης γεύση λόγω της περιορισμένης έκθεσης της σε ιζήματα.
Ο βαθμός γλυκύτητας στα αφρώδη κρασιά η στη σαμπάνια είναι διαφορετικός και διαχωρίζεται ως:
  • Extra Brut (Brut Sauvage) /  Πολύ Ξηρό
  • Brut - Dry /  Ξηρό
  • Extra Dry - Medium dry/ Μέτριο προς Ξηρό
  • Sec - Slightly sweet / Ελαφρύ Γλυκό
  • Demi - Sec: Fairly sweet / Λίγο Γλυκό
  • Doux - Sweet / Γλυκό
Η εκλεκτή σαμπάνια παράγεται μόνο από σταφύλι συγκεκριμένης παραγωγής του αμπελώνα. Η εκλεκτή σαμπάνια παράγεται μόνο τις χρονιές όπου το σταφύλι ωρίμασε εξαιρετικά και για περισσότερο χρόνο από ότι το σταφύλι που χρησιμοποιείται για την παραγωγή μιας συνηθισμένης σαμπάνιας.
Εξαιρετικά εκλεκτή σαμπάνια ή prestige cuvee παράγεται από τα καλύτερα σταφύλια των κορυφαίων αμπελώνων ενός συγκεκριμένου χρόνου. Η ποικιλία Pinot Meunier συνήθως δεν συμπεριλαμβάνεται σ’ αυτή την κατηγορία.

from: http://www.alphamega.com.cy/

Πέμπτη 27 Ιανουαρίου 2011

ΚΤΗΜΑ ΓΕΝΝΗΜΑ ΨΥΧΗΣ

Το 1989 ο Γιώργος Μανωλεσάκης αρχίζει να καλλιεργεί στους ιδιόκτητους αμπελώνες του στην Αδριανή Δράμας, ποικιλίες που εγκλιματίστηκαν τέλεια στο μικροκλίμα της περιοχής όπως Sauvignon Blanc, Chardonnay, Ασύρτικο, Ugni Blanc,Cabernet Sauvignon, Merlot, Syrah.
Ο εμπλουτισμός των γνώσεων πάνω σε θέματα αμπελοκαλλιέργειας είναι συνεχής. Στόχος αυτής της προσπάθειας είναι το ανώτερο δυνατόν ποιοτικό σταφύλι.Όπως κάθε ζωντανός οργανισμός έτσι και το σταφύλι χρειάζεται την φροντίδα του κάθε εποχή του χρόνου. Γι αυτό και εμείς, σεβόμενοι τις προσταγές της φύσης φροντίζουμε όσο καλύτερα γίνεται, τα κλήματά μας ώστε να μας δώσουν τον καλύτερο καρπό τους, που αποτελεί και την επιβράβευση της προσπάθειάς μας. Η διαρκής αναζήτηση τον οδηγεί σε νέες καλλιέργειες ποικιλιών όπως: Μαλαγουζιά, Μοσχάτο Αλεξανδρείας και Αγιωργίτικο.
Το 1998 ιδρύει την εταιρεία Γ. Μανωλεσάκης & Σια Ο.Ε. με διακριτικό τίτλο:
ΚΤΗΜΑ ΜΑΝΩΛΕΣΑΚΗ. Το ιδιόκτητο οινοποιείο της εταιρείας, έκτασης 1500 τ.μ., εξοπλίζεται με μηχανήματα τελευταίας τεχνολογίας που απαιτείται να έχει ένα σύγχρονο οινοποιείο που παράγει οίνους υψηλών ποιοτικών προδιαγραφών.
Το 2007 το οινοποιείο μετονομάζεται σε ΚΤΗΜΑ ΓΕΝΝΗΜΑ ΨΥΧΗΣ.
Οι επισκέπτες μπορούν να έχουν μια ευχάριστη ξενάγηση σε όλους τους χώρους του οινοποιείου και της κάβας, καθώς το οινοποιείο είναι επισκέψιμο. (κατόπιν επικοινωνίας τηλ. 25210 82010 - Υπεύθυνη Ξεναγήσεων κ. Αγγελική Αποστολάκη).

Ο ΙΠΠΟΚΡΑΤΗΣ ΚΑΙ ΤΟ ΚΡΑΣΙ


Στο «Περί διαίτης υγιεινής» έργο της Ιπποκρατικής Συλλογής περιγράφονται εκτός από τις τροφές, τα είδη και η ποσότητα κρασιού, που πρέπει να πίνουν οι φυσιολογικοί άνθρωποι. Μας λέει, λοιπόν, ο Ιπποκράτης το χειμώνα να πίνουμε ελάχιστο κρασί, χωρίς ανάμιξη με νερό (ακρατέστατος οίνος), την άνοιξη να πίνουμε λίγο περισσότερο κρασί, πιο αραιωμένο με νερό (υδαρέστερος οίνος) και το καλοκαίρι το κρασί να είναι πολύ αραιωμένο με νερό και άφθονο (υδαρέστατος οίνος).Το παράδοξο στις ιπποκρατικές αυτές συστάσεις είναι γιατί ένας φυσιολογικός άνθρωπος πρέπει να πίνει λίγο κρασί το χειμώνα και πολύ το καλοκαίρι;
Γιατί σύμφωνα με τον Ιπποκράτη ο άνθρωπος, όπως όλα τα ζωντανά όντα, αποτελείται από φωτιά και νερό, δύο στοιχεία με διαφορετικές, αλλά και με συμπληρωματικές ιδιότητες: η φωτιά είναι θερμή και ξηρή, το νερό υγρό και κρύο. Η υγεία είναι θέμα ισορροπίας αυτών των ιδιοτήτων στον οργανισμό. Αντίθετα προς το νερό, το κρασί είναι θερμό. Και στην κλασική αρχαιότητα, τότε που ζούσε ο Ιπποκράτης, τα κρασιά ήταν γλυκά μέχρι πολύ γλυκά. Επομένως, ήταν πολύ δυναμωτικά, θερμιδογόνα και θερμαντικά, λόγω των πολλών σακχάρων που περιείχαν. Κατάλληλα, λοιπόν, για να αντιμετωπίσει ο ανθρώπινος οργανισμός τον ψυχρό και υγρό χειμώνα. Γι' αυτό έπρεπε να πίνονται «άκρατα» - χωρίς ανάμιξη με νερό - ώστε να μην αυξάνει στον οργανισμό το ψυχρό και υγρό στοιχείο.
Όμως η πόση «άκρατου» γλυκού κρασιού σε μεγάλες ποσότητες ήταν επιβλαβής για την υγεία, γι αυτό ναι μεν «άκρατος», αλλά σε μικρή ποσότητα. Με τον ερχομό της άνοιξης ήταν ανάγκη να αρχίσει να ενυδατώνεται ο οργανισμός, ώστε να εξισορροπεί η δράση της φωτιάς. Γι' αυτό επιβαλλόταν σταδιακή αύξηση πόσης κρασιού συνεχώς και πιο «υδαρούς», όσο πλησίαζε ο καλοκαιρινός καύσωνας.
Δεν θα ήταν φυσικό όμως ο Ιπποκράτης να συμβούλευε τους ανθρώπους να πίνουν νεράκι του Θεού; Μα γιατί στα αρχαία χρόνια τα νερά, όπως λένε οι ειδικοί, δεν είχαν την καθαρότητα των σημερινών αστικών πόσιμων νερών, που απολυμαίνονται με χλώριο. Έτσι, όταν έλεγε να πίνουν κρασιά «υδαρέστατα», στην πραγματικότητα συμβούλευε να πίνουν νερό, που είχε αναμιχθεί με λίγο κρασί, το οποίο επενεργούσε ως «φάρμακο». Αποστείρωνε το νερό, όπως θα λέγαμε σήμερα.
Ως Κώος ο Ιπποκράτης και γνωρίζοντας καλά τα κρασιά του νησιού του συμβούλευε: «και πινέτω οίνον αυστηρόν Κώον ως μελάντατον» και «πινέτω δε οίνον Κώον υπόστρυφνον ως μελάντατον». «Αυστηρό» σημαίνει το ξηρό, «μελάντατο» το σκούρο κόκκινο, σχεδόν μαύρο και «υπόστρυφνο» το στυφό ή μπρούσκο κρασί. Συνιστούσε, δηλαδή, να πίνονται δύο είδη κώτικου κρασιού: το ξηρό-σκούρο και το στυφό-σκούρο.
Στην Κω όμως που ήταν «εύκαρπος», όπως μας λέει ο Στράβων (ΧΙV 2,19) και φημιζόταν στην αρχαιότητα για τις εκλεκτές ποικιλίες των κρασιών της, συναντούμε και τον «λευκοκώον» ή «τεθαλαττωμένον οίνον», δηλ. εκτός από το σκούρο-ξηρό και το ανοιχτόχρωμο (λευκό) κρασί (αναμεμιγμένο με θαλασσινό νερό), που περιγράφουν ο Πλίνιος, ο Κάτων, ο Αθήναιος και οι επιγραφές του νησιού καθώς επίσης τον «πτελεατικόν οίνον», που αναφέρει ο Θεόκριτος (Ειδύλλιο Ζ΄, 65) και τον hippocoum vinum, που μνημονεύει ο S. P. Festus και παραγόταν ίσως στον αρχαίο δήμο Ιππιωτών. Γι' αυτό και το κρασί της Κω είχε μεγάλη εμπορευσιμότητα. Βρέθηκε μεγάλος αριθμός κωακών αμφορέων κρασιού σε πολλά εμπορικά κέντρα του αρχαίου κόσμου, από τη Μαύρη Θάλασσα έως τη Μεσόγειο.

Τρίτη 25 Ιανουαρίου 2011

Τελικά (και) στο κρασί το μέγεθος μετράει

Όλοι όσοι αγαπάμε το κρασί, καταπιανόμαστε με το περιεχόμενό του – και ασχολούμαστε με τις ποικιλίες, τα αρώματα, την επίγευση, τους συνδυασμούς, κλπ – και συχνά ξεχνάμε κάποια βασικά στοιχεία του, όπως το μπουκάλι. Κι όμως, η φιάλη του κρασιού δεν παίζει μόνο το ρόλο του δοχείου αποθήκευσης και μεταφοράς του. Το σχήμα, η ποιότητα και – εν προκειμένω – το μέγεθός του έχουν μεγάλη σημασία στην εξέλιξη του κρασιού, αλλά και στην απόλαυση που τελικά αυτό θα μας χαρίσει.
Από το παρελθόν μέχρι τις μέρες μας Η ιστορία μας δείχνει ότι στην αρχή το κρασί φυλασσόταν και μεταφερόταν σε πήλινους αμφορείς. Βέβαια αυτό ούτε πρακτικό ήταν, ούτε εύχρηστο, ενώ και οι απώλειες από σπασίματα κατά τη μεταφορά και την αποθήκευση ήταν μεγάλη. Οι Ρωμαίοι ήταν οι πρώτοι που επινόησαν την εμφιάλωση του κρασιού σε μπουκάλια από φυσητό γυαλί, ωστόσο πολύ αργότερα, στα τέλη του 17ου αιώνα, η γυάλινη φιάλη καθιερώθηκε ως το «στάνταρ» στο κρασί. Και πάλι όμως, στην αρχή χρησιμοποιούνταν μόνο για τα ακριβά κρασιά που προορίζονταν για την Ευρωπαϊκή αριστοκρατία.

Σήμερα δεν μπορούμε να σκεφτούμε το κρασί χωρίς να μας έρθει στο μυαλό η κλασική γυάλινη φιάλη. Κι αν κατά καιρούς εμφανίζονται τεχνολογικές ανακαλύψεις, όπως π.χ. ο χάρτινος ασκός, που θεωρητικά διασφαλίζουν την ποιότητα και την κατάσταση του κρασιού εξίσου καλά ή και καλύτερα από το γυαλί, αυτές δύσκολα βρίσκουν το δρόμο προς την καταναλωτική συνείδηση –και την καρδιά– του πραγματικού οινόφιλου.

Περί μεγέθους Το τυπικό μέγεθος της φιάλης του κρασιού είναι αυτό που χωράει 750ml καθαρού περιεχομένου. Κι αν το στυλ, η προέλευση ή η αισθητική του οινοποιού καμιά φορά επηρεάζουν το σχήμα του μπουκαλιού (κι έτσι έχουμε φιάλες τύπου Μπορντώ, Βουργουνδίας, κλπ), η χωρητικότητά του είναι πάντα δεδομένη.

Θεωρητικά τα 750ml αντιστοιχούν στο μέγιστο μέγεθος φιάλης που μπορούσε να φτιάξει ο τεχνίτης του γυαλιού φυσώντας. Όσο βέβαια η πρακτική αυτή γινόταν στο χέρι, αλλά και όσο δεν υπήρχε σχετική νομοθεσία, τα μεγέθη ανάμεσα στις φιάλες «έπαιζαν» και δεν υπήρχε κάποιο σταθερό πρότυπο. Η χωρητικότητα των 750ml αποφασίστηκε από την (τότε) ΕΟΚ με νόμο το 1970, και έκτοτε είναι το απόλυτο στάνταρ. Αν βέβαια πέσει στα χέρια μας κάποια φιάλη εσοδείας παλαιότερης του 1970, δεν πρέπει να μας κάνει εντύπωση αν δεν αναγράφει την χωρητικότητά της ή η τιμή αυτής είναι διαφορετική από αυτό που θα περιμέναμε (συνήθως 700ml).

Οι μεγάλες φιάλες
Όλο και συχνότερα σήμερα συναντάμε στο εμπόριο φιάλες μεγαλύτερες της κλασικής. Αυτό συνηθίζεται κυρίως στα ακριβά και premium κρασιά και κατά κανόνα στα ερυθρά. Από χρηστικής άποψης, μία μεγάλη φιάλη είναι πιο πρακτική, καθώς εξυπηρετεί περισσότερο όταν πρόκειται να ανοιχτεί σε ένα μεγάλο τραπέζι ή γενικά απευθύνεται σε μία μεγάλη παρέα. Επιπλέον, είναι πολύ πιο εντυπωσιακή όταν προσφέρεται ως δώρο, κάτι που τελευταία συνηθίζεται πολύ.

Η πρακτική της εμφιάλωσης κρασιού σε μεγάλες φιάλες, ωστόσο, έχει έναν πολύ πιο σοβαρό λόγο, κι αυτός αφορά στην παλαίωση του κρασιού. Συγκεκριμένα, σε μία μεγάλη φιάλη, η σχέση του οξυγόνου που περιέχεται σε αυτήν -καθώς και αυτού που εισχωρεί στη φιάλη με το πέρασμα του χρόνου- με το περιεχόμενο είναι μικρότερη, κι έτσι το κρασί παλαιώνει πιο αργά και πιο ομαλά. Για το λόγο αυτό οι συλλέκτες κρασιών προτιμούν να εμπλουτίζουν τις συλλογές τους με μεγάλες φιάλες, αντί για τις κλασικές, και το ίδιο συνηθίζουν να κάνουν και τα οινοποιεία που κρατούν αρχείο παλαιών εσοδειών των κρασιών τους.

Κάτι που επιπλέον πρέπει να ξέρουμε –και να κατανοούμε– είναι ότι οι μεγάλες φιάλες είναι συνήθως ακριβότερες από τον αριθμό των κλασικών φιαλών στις οποίες αναλογεί το περιεχόμενό τους. Αυτό συμβαίνει όχι απλά επειδή αυτές θεωρούνται πιο... special, αλλά επειδή το κόστος παραγωγής στην περίπτωσή τους είναι αρκετά υψηλότερο: Οι περισσότερες εμφιαλωτικές μονάδες είναι σχεδιασμένες για τις φιάλες των 750ml, οπότε οι μεγαλύτερες φιάλες είτε απαιτούν ειδικό εξοπλισμό, είτε εμφιαλώνονται στο χέρι.

Το πιο συνηθισμένο μέγεθος μεγάλης φιάλης κρασιού είναι το διπλό, γνωστό και ως «magnum», το οποίο αντιστοιχεί σε 1.5 λίτρα ή δύο κλασικές φιάλες. Από εκεί και πέρα τα μεγέθη ανεβαίνουν, φτάνοντας μέχρι και τα 15 λίτρα (που αντιστοιχούν σε 20 φιάλες των 750ml). Η πρακτική της εμφιάλωσης σε μεγάλα μπουκάλια συνηθίζεται πολύ στο Μπορντώ και κατά κόρον στην Καμπανία, όπου – χάριν εντυπώσεων - τους δίνονται και μυθικά ονόματα από τη Βίβλο, όπως Τζερομπόαμ (3 λίτρα), Μαθουσάλας (6 λίτρα), Μπαλτάζαρ (12 λίτρα) και Ναβουχοδονόσωρ (15 λίτρα). Πρέπει να ξεκαθαρίσουμε όμως ότι φιάλες ειδικά αυτών των υπερβολικών μεγεθών προορίζονται κυρίως για να κλέψουν τις εντυπώσεις σε μία εκδήλωση ή για να προσφερθούν ως έπαθλα σε μία μεγάλη αθλητική διοργάνωση, καθώς στην πράξη είναι φοβερά δύσχρηστες και δεν έχουν, πλέον, το πλεονέκτημα της καλύτερης παλαίωσης που έχουν οι φιάλες magnum.

Και οι μικρές φιάλες; Τα μπουκάλια κρασιού σε μεγέθη μικρότερα του κλασικού (όπως 187, 375 και 500 ml) πρωτοεμφανίστηκαν για να εξυπηρετήσουν ανάγκες σερβιρίσματος κρασιού σε περιορισμένο χώρο, όπως η τροφοδοσία αεροπλάνων και τραίνων. Σήμερα όμως τις συναντάμε πολύ συχνά, τόσο στο εμπόριο, όσο και σε μπαρ και εστιατόρια. Αν και όλο και περισσότεροι οινοποιοί εμφιαλώνουν σε αυτές (και) ακριβές τους ετικέτες, προς το παρόν τουλάχιστον τα μικρά μεγέθη προορίζονται κυρίως για κρασιά γρήγορης κατανάλωσης.

Αυτό συμβαίνει γιατί η παλαίωση στην περίπτωση αυτή λειτουργεί αντίθετα από τις μεγάλες φιάλες (δηλαδή περισσότερο οξυγόνο ανά περιεχόμενο), οπότε γίνεται πιο γρήγορα, με αποτέλεσμα η «ζωή» του κρασιού στη μικρή φιάλη να είναι, θεωρητικά, μικρότερη.
Από την άλλη πλευρά, ειδικά στις μέρες μας, οι μικρές φιάλες έχουν μεγάλα πρακτικά οφέλη. Κι αυτό γιατί μια μικρή φιάλη:

- είναι πιο οικονομική, οπότε και πιο προσιτή σε κάποιον που δεν έχει ή δεν θέλει να ξοδέψει πολλά χρήματα σε μία δεδομένη περίσταση
- απευθύνεται σε ανθρώπους που θέλουν να κάνουν μετριοπαθή κατανάλωση (π.χ. ένα ζευγάρι που θέλουν να πιουν από ένα ποτήρι ο καθένας) χωρίς να είναι αναγκασμένοι να ανοίξουν μία ολόκληρη φιάλη
- εξυπηρετεί οινόφιλους που θέλουν να δοκιμάσουν πολλά και διαφορετικά κρασιά σε μία περίσταση, ή να συνοδεύσουν κάθε πιάτο ενός γεύματος με διαφορετικό κρασί
- εξασφαλίζει ότι το «κρασί σε ποτήρι» που σερβίρει ένα μπαρ ή ένα εστιατόριο είναι πάντα σε καλή κατάσταση, καθώς δεν θα προέρχεται από μία μεγάλη φιάλη που ενδεχομένως να έχει ανοιχτεί αρκετές μέρες πριν
- υποστηρίζει την συνετή κατανάλωση, καθώς δεν οδηγεί στον πειρασμό της κατανάλωσης ολόκληρης φιάλης, με πιθανό αποτέλεσμα την οδήγηση υπό την επήρεια αλκοόλ, κλπ

Την επόμενη φορά, λοιπόν, που θα αγοράσουμε κρασί, θα πρέπει να σκεφτούμε καλά την περίσταση, το μέγεθος της παρέας, τη μορφή του γεύματος για την οποία προορίζεται, και να επιλέξουμε το βέλτιστο μέγεθος φιάλης. Και να θυμόμαστε πως, παρότι συνήθως το παίρνουμε ως δεδομένο, το μέγεθος που θα επιλέγουμε αντανακλά άμεσα στην απόλαυση, αλλά και στην τσέπη μας!...

from: www.in2life.gr του  Θόδωρου Λέλεκα 

Ξινόµαυρο

Η ευγενέστερη ερυθρή ποικιλία του βορειοελλαδίτικου χώρου, που
καλλιεργείται κυρίως στη Νάουσα, τη Γουµένισσα, το Αµύνταιο, τη
Ραψάνη, το Τρίκωµο, τη Σιάτιστα, το Βελβεντό, την Πέλλα και σε
µικρότερο βαθµό στο Άγιο Όρος, την Όσσα, τα Ιωάννινα, τη Μαγνησία,
την Καστοριά και τα Τρίκαλα, καταλαµβάνοντας µία έκταση µεγαλύτερη
από 18.000 στρέµµατα.
Το Ξινόµαυρο εµφανίζει σηµαντική παραλλακτικότητα κυρίως όσον
αφορά στα οινολογικά χαρακτηριστικά (σάκχαρα, χρώµα, αρωµατικό
δυναµικό), που εντείνεται από τις διαφορετικές εδαφοκλιµατικές
συνθήκες κάτω από τις οποίες καλλιεργείται. ριµάζει µετά τις 20
Σεπτεµβρίου.
Το Ξινόµαυρο είναι πολυδύναµη ποικιλία και µπορεί να δώσει
διαφορετικούς τύπους προϊόντων. Σε περιοχές µε κάποιο υψόµετρο,
όπου µπορεί να ωριµάσει, στα κατάλληλα εδάφη και µε µικρές
αποδόσεις ανά πρέµνο, µπορεί να δώσει θαυµάσια ερυθρά, ξηρά
κρασιά, µε καλό χρώµα, τυπικά αρώµατα, καλή οξύτητα, υψηλόβαθµα,
πλούσια σε τανίνες και επιδεκτικά παλαίωσης. Σε περιοχές µεγάλου
υψοµέτρου µπορεί να δώσει αξιόλογα ροζέ, ήρεµα αλλά και αφρώδη
κρασιά, µε χαρακτηριστικά αρώµατα κόκκινων φρούτων και ιδίως
φράουλας. Μπορεί ακόµα να δώσει και λευκούς οίνους (blanc de
noirs), µε χαρακτηριστικό χρώµα και άρωµα, και ζωηρή γεύση.

Δευτέρα 24 Ιανουαρίου 2011

Ροζέ, το παρεξηγημένο


Ο ΜΑΡΚ ΝΤΕΪΒΙΣ -από τους πρώτους σομελιέ που δραστηριοποιήθηκαν στην Ελλάδα- είχε εκφράσει γλαφυρά την άποψή του για το ροζέ κρασί που το θεωρούσε κρασί μεν, συμβατικό δε. Ηταν ξεκάθαρο ότι για εκείνον το ροζέ ήταν κάτι σαν οινικός συμβιβασμός. Από μια άποψη είχε δίκιο αφού για πολλά χρόνια τα ροζέ κρασιά ήταν αδιάφορα, άγευστα και πολλές φορές οξειδωμένα, φτιαγμένα από σταφύλια δεύτερης διαλογής. Από τότε, όμως, τα πράγματα άλλαξαν. Σιγά σιγά, τα κρασιά αυτά τυγχάνουν της ιδιαίτερης φροντίδας των οινοπαραγωγών ενώ τα τελευταία χρόνια είδαμε στην αγορά ροζέ κρασιά μοντέρνα, φρουτώδη με ξεχωριστή προσωπικότητα. Τα αρώματα που θα συναντήσουμε συχνά σε ένα ποτήρι γεμάτο με ροζέ κρασί είναι εκείνα των φρούτων του δάσους, του κερασιού. Και μαζί τη χαρακτηριστική δροσιά και φρεσκάδα, την οξύτητα αλλά και την προσωπικότητα. Ο καλύτερος τρόπος να το πιούμε είναι κρύο, στους 8 - 10°C. Συνοδεύει λαδερά αλλά και ευωδιαστά κινέζικα πιάτα, σπαγγέτι και μεξικάνικα μπουρίτος. Ιδανικό με τηγανητά μπαρμπούνια και άσπρο κρέας στη σχάρα.
ΞΕΡΑΤΕ ΟΤΙ
Το ροζέ κρασί προέρχεται από ανάμειξη λευκού και κόκκινου
Μέγα λάθος! Oχι απλώς δεν ισχύει αλλά είναι και απαγορευμένο από την οινική νομοθεσία της Ευρωπαϊκής κοινότητας. Το μυστικό των ροζέ κρασιών είναι ότι φτιάχνονται μόνο από κόκκινα σταφύλια, μόνο που αντί τα στέμφυλα να κάνουν συντροφιά στον μούστο για πολλές μέρες, η συνύπαρξη τους διαρκεί μόλις λίγες ώρες.

from :  www.ethnos.gr

Κυριακή 23 Ιανουαρίου 2011

Σαγκρία - Η ισπανίδα καλλονή

Αρκετά πριν ξεκινήσουμε να τη γευόμαστε ως σαγκρία, άκουγε στο όνομα σαγκαρί (sangaree), ένα ποτό φτιαγμένο από κρασί ή κάποιο άλλο αλκοολούχο ποτό, διαλυμένο με νερό, ζάχαρη και μοσχοκάρυδο. Οι ισπανικές ρίζες της σαγκρία δεν έχουν αμφισβητηθεί ποτέ, και επειδή το κόκκινο κρασί είναι τις περισσότερες φορές η βάση της σαγκρία, πιθανολογείται πως έχει πάρει το όνομα της από το ισπανικό sangre, δηλαδή αίμα. Μάλλον πρόκειται για ένα ισπανικό Bloody Mary!
Οι Άγγλοι είναι γνωστοί για την αγάπη τους στο Μπορντό, το κρασί στο οποίο πολλές φορές αναφέρονται ως claret. Στα ταξίδια τους, συνήθιζαν να μεταφέρουν ένα claret fruit punch, το οποίο περιείχε διάφορα είδη ποτών, φρούτων και μπαχαρικών. Σε ορισμένες ισπανόφωνες περιοχές το claret έγινε clericot, ένα ποτό παρόμοιο με τη σαγκρία, αλλά με λευκό κρασί.
Υπάρχουν αρκετές αναφορές στο πέρασμα του χρόνου όπου ο άνθρωπος πρόσθετε νερό, μέλι, μπαχαρικά και φρούτα στο κρασί του, προκειμένου να αλλάξει τη γεύση του, όμως αυτό που εμείς γνωρίζουμε σήμερα ως σαγκρία, εμφανίστηκε το 1964-1965 στο Παγκόσμιο Παζάρι στη Νέα Υόρκη. Αν και εκεί προσφέρθηκε για πρώτη φορά το ποτό στο κοινό, με το όνομα σαγκρία, υπάρχουν κάποιες αναφορές ότι η σαγκρία υπήρχε σε ισπανικά εστιατόρια πριν το 1964, όπως και ένα άρθρο στους Times, αναφερόταν σ’ ένα πάρτι στο Palm Beach όπου γνωστός ισπανός προσέφερε στους καλεσμένους του «Σαγκρία, ένα ποτό με κόκκινο κρασί και φρούτα».

from: http://www.foodzine.gr

Σάββατο 22 Ιανουαρίου 2011

Τα λευκά του χειμώνα


Είναι γεγονός πως ο χειμώνας πάει με ερυθρό κρασί. Είναι επίσης γεγονός πως το καλοκαιράκι ζητάει το λευκό και το ροζέ. Πόσο ανιαρή θα ήταν όμως η οινική μας ζωή, εάν πίναμε τον χειμώνα μόνο ερυθρά και το θέρος μόνο λευκά; Πόσο φτωχές θα ήταν οι επιλογές μας στο φαγητό, αν είχαμε να επιλέξουμε αποκλειστικά και μόνο ένα είδος κρασιού ανά εποχή;

Πώς να φας μπαρμπουνάκι χειμωνιάτικα, αν το κρασί σου είναι πάντοτε ερυθρό; Πώς να απολαύσεις ένα ζουμερό φιλέτο καλοκαιριάτικα, όταν το κρασί που καλείται να το συνοδεύσει είναι λευκό; Δύσκολο δεν ακούγεται; Και είναι!

Εκτός κι αν αποφασίσουμε να γνωρίσουμε τα λευκά του χειμώνα, και κατ’ επέκταση τα ερυθρά του καλοκαιριού, τα οποία θα μας απασχολήσουν εν ευθέτω χρόνω. Ποια είναι όμως τα λευκά του χειμώνα και ποια η διαφορά τους με τα ομόχρωμα του καλοκαιριού; Τα λευκά του χειμώνα, λοιπόν, έχουν συνήθως ένα – ή περισσότερα – από τα πιο κάτω χαρακτηριστικά:

  • Έχουν περάσει από δρύινο βαρέλι για μερικούς μήνες (συνήθως 4-6).
  • Είναι πλούσια σε αλκοόλη.
  • Είναι γευστικώς γεμάτα, πληθωρικά έως λιπαρά.
  • Είναι αρωματικά και γευστικά πολύπλοκα και βαθιά.
  • Είναι δεκτικά παλαίωσης.
  • Εξελίσσονται συνεχώς στο ποτήρι, καθώς έρχονται σε επαφή με το οξυγόνο.
Ποια κρασιά όμως διαθέτουν τα πιο πάνω χαρακτηριστικά; Πρώτα και καλύτερα απ’ όλα τα εκλεκτά λευκά της Βουργουνδίας, κυρίως εκείνα που προέρχονται από τα κορυφαία αμπελοτόπια της περιοχής. Τα Meursault, Côte de Beaune, Chassagne-Montrachet, Puligny-Montrachet, τα Premier και Grand Cru Chablis, τα Pouilly-Fuissé και Pouilly-Vinzelles και τα καλά Mâcon-Villages είναι οι κορυφαίες επιλογές από Βουργουνδία. Όλα οινοποιημένα από σταφύλια της ποικιλίας Chardonnay, που έλκει την καταγωγή από τη διάσημη αυτή περιοχή της Γαλλίας.

Ας κατέβουμε λίγο νοτιότερα, προς τη μεριά του βορείου Ροδανού, όπου θα συναντήσουμε ένα άλλο λευκό του χειμώνα, το σπάνιο και ιδιοσυγκρασιακό Condrieu, που παράγεται από μια εξίσου σπάνια και ιδιότυπη ποικιλία, το Viognier. Διαλέξτε ένα καλό Condrieu λοιπόν και αφήστε το να σας κάνει παρέα τις κρύες νύχτες του Φλεβάρη. Viognier όμως δεν σημαίνει κατ’ ανάγκην Ροδανός. Δοκιμάστε το ομοποικιλιακό του Γεροβασιλείου και θα μείνετε εξίσου ευχαριστημένοι ή το Casillero del Diablo Viognier (φθηνότερη αλλά αξιοπρεπής πρόταση) και δεν θα χάσετε.

Τα παλαιωμένα Riesling (μεγαλύτερα των πέντε χρόνων) της Αλσατίας είναι λευκά κρασιά που μπορούν να καταναλωθούν με μεγάλη ευχαρίστηση μέσα στον προσεχή μήνα. Τα κρασιά αυτά είναι χρωματικά βαθιά, αρωματικά πολυσχιδή και πλούσια και γευστικά παχιά και ώριμα, ενίοτε δε λιπαρά.

Τα καλύτερα Sancerre μπορούν να διαδραματίσουν επίσης αυτόν τον ρόλο, ειδικά όσα ζυμώθηκαν και στη συνέχεια παλαίωσαν για μερικούς μήνες σε δρύινο βαρέλι. Το Sancerre La Bourgeoise, του Henri Bourgeois, δεν είναι μόνο εξαιρετικό στο είδος του είναι και εξαιρετικό ως προς την ικανότητά του να αναδεικνύει τις αστείρευτες χάρες της ποικιλίας από την οποία οινοποιείται, που δεν είναι άλλη από το Sauvignon Blanc.

Δεν θα μπορούσα να κλείσω αυτή τη σύντομη αναφορά στα λευκά του χειμώνα, χωρίς να κάνω μνεία στη σαμπάνια. Οποιαδήποτε παλαιωμένη σαμπάνια, που ηλικιακώς ξεπερνάει την πενταετία, είναι σε θέση να προσφέρει – καταχείμωνα ναι – μεγάλη απόλαυση σε όποιον έχει τη διάθεση να την ανοίξει.

Βουργουνδίες, Ροδανοί, παλαιωμένα Riesling και Sancerre, αλλά και ώριμοι, εκλεκτοί Καμπανίτες μπορούν να ταιριάξουν με τον άνυδρο χειμώνα μας. Ας αφήσουμε τουλάχιστον τον οίνο να ρέει άφθονος και απολαυστικός.

from: http://www.cypruswinepages.com/

Παρασκευή 21 Ιανουαρίου 2011

Μηλογαλακτική Ζύμωση


Στην οινοποίηση του οίνου μια δεύτερη ζύμωση πέρνει μέρος μετά την αλκοολική ζύμωση κατά την οποία το L-μηλικό οξύ μετατρέπεται σε L-γαλακτικό οξύ από τα γαλακτικά βακτήρια(κυρίως L.oenos).H μετατροπή γίνεται άμεσα με την ύπαρξη του μηλικογαλακτικού ενζύμου.Η διαδικασία αυτή ονομάζεται μηλικογαλακτική ζύμωση ,ένα φαινόμενo σχετικά απλό αλλά με μεγάλη πρακτική αξία διότι επηρεάζει όλες τις τεχνικές οινοποίησης και παλαίωσης .
Μετά το τέλος της αλκοολικής ζύμωσης τα σάκχαρα έχουν καταναλωθεί από τις ζύμες με αποτέλεσμα η ανάπτυξη των γαλακτικών βακτηρίων να οφείλεται κυρίως στην αποικοδόμηση του μηλικού οξέος το οποίο βιοδιασπάται εύκολα.
Είναι μια απλή αποκαρβοξυλίωση, με το χάσιμο του οξέος κάθε φορά που ένα μόριο μηλικού οξέος σε ελεύθερη μορφή ή σε μορφή άλατος αποικοδομείται έχουμε μείωση της οξύτητας και μια αύξηση του ΡΗ η οποία βελτίωνει την βιολόγικη σταθερότητα του οίνου.Επίσης εξαφανίζεται το μήλικο οξύ το οποίο είναι ένα βιολογικό μόριο πολύ ασταθές.
Βέβαια οι χημικές μετατροπές του οίνου κατά την μηλικογαλακτική ζύμωση είναι πολύ πιο πολύπλοκες.Πολλά δευτερεύοντα προιόντα δημιουργούνται,ένα από τα πιο σημαντικά είναι το διακετύλιο που σε μίκρες ποσότητες συμμετέχει στην αρωματική πολυπλοκότητα του οίνου ενώ σε ποσότητα μεγαλύτερη των 4 mg/l δίνει άσχημα αρώματα βουτύρου.
Μια αλλή μετατροπή είναι η αποκαρβοξυλίαση της ιστιδίνης σε ισταμίνης (τοξικό στοιχείο) από τα βακτήρια.Αυτό το φαινόμενιο δημιουργείται σπάνια και από συγκεκριμένα στελέχη βακτηρίων.
Η μηλικογαλακτική ζύμωση επιρρεάζει και το χρώμα των οίνων.Ο οίνος χάνει την ένταση του χρωμάτος λόγω του αποχρωματισμού των ανθοκυανών με την αύξηση του ΡΗ.
Από οργανοληπτικής άποψης, η μηλικογαλακτική ζύμωση δημιουργεί αρωματικές ενώσεις όπως ο γαλακτικός αιθύλεστέρας που βελτιώνουν το bouquet του οίνου.Οι ερυθροί οίνοι χάνουν τον κλειστό και οξύ χαρακτήρα,γίνονται λιγότερο επιθετίκοι στο στόμα.Όταν η μηλικογαλικτική ζύμωση πραγματοποίηται μέσα σε βαρέλια η ποιοτική βελτίωση τον έρυθρων οίνων είναι ακόμη πιο μεγάλη.Το bouquet γίνεται πιο πολύπλοκο δίνοντας αρώματα καβουρδισμένου καφέ και ξύλου.
Ο έλεγχος της μηλικογαλακτική ζύμωσης είναι πολύ σημαντικός δίοτι μετα το τέλος της,τα βακτήρια είναι ικανά να αποικοδομήσουν τις πεντόζες ,τη γλυκερίνη , το τρυγικό οξύ με αποτέλεσμα την εμφάνιση ασθενιών στον οίνο όπως και την αύξηση της πτητικής οξύτητας και του γαλακτικού οξέος.

from: www.samartiswines.gr

Malolactic Fermentation


This describes the malolactic bacteria (leuconostoc oenos) created process by which the harsh malic acid in grapes is converted into softer lactic acid and carbonic gas during grape fermentation. This process is part of the winemaker's arsenal of options to make wine better.

Why

Well, it really is all about creating a better tasting wine. The primary reason for using malolactic fermentation is to reduce malic acidic levels in wine. Reducing excess malic acidity, which has a stronger harsh taste, can soften wine's flavor. This process effectively reduces the wine's overall natural acidity, and therefore removes certain undesirable flavor components.
Here is another way to look at this. Malic was derived from malum, a latin term which describes the tartness of green apples; While lactic, derived from lactis, describes milk. Again, the transformation from a tart acid to a milky acid, directly affecting its overall taste structure.
However, there is also another taste dimension provided. Using just the right amount of malolactic bacteria can add special complexity components of flavor and aroma to the wine. It also produces a chemical called diacetyl, which expresses itself as the buttery aroma and flavor many chardonnay lovers treasure.

Useful for Home Winemaking

Dealing with this process is advisable for only very seasoned and experienced winemakers, even then only with very special care and planning. This bacteria culture is typically only used on high quality wines, of course, made with grapes, and not concentrate. This is a laboratorial focused process and can be purchased in both freeze-dried powder and liquid versions.

from: http://www.winedefinitions.com/

Πέμπτη 20 Ιανουαρίου 2011

Blended and Varietal Wines

At the basic level, the difference is quite simple. Varietal wines are made from a single grape variety, while blended wines are made using two or more.
The most obvious example is the difference between the two great red wine styles of France. Burgundy red wine is composed of the single variety Pinot noir. Bordeaux red wines are most often blends of up to five varieties, Cabernet sauvignon, Cabernet franc, Merlot, Malbec and Petit verdot. There are a few Bordeaux wines made from a single variety, but they are the exceptions that prove the rule.
So much for theory. The distinction between varietal and blended wines is less clear in practice. Many varietal wines are made from blends of wine grown in several regions. Australia’s iconic Grange is such an example. Each year hundreds of samples from many vineyards are tasted and evaluated before the final blend is decided upon. The result is a blend of regions, rather than varieties.
Many more modest Australian wines with lesser claims to fame are also regional blends. The process of selecting the blend is similar but much more simplified. The clue on the label is often the words “wine of South Eastern Australia”. This is almost as general a statement that you can get about the origins of an Australian wine.
Some wines made from a single variety are blends of several different vintages, but this is quite rare for table wines.
While on the topic of labels, you should be aware that many wines bearing a single varietal name can legally contain up to fifteen percent of other varieties. If the wine is labelled as a blend, then the variety with the largest percentage composition should be named first, for example wine labelled Cabernet Merlot, should contain a greater percentage of Cabernet than of Merlot.
Our second question is “does it matter?” Well, if you find a wine that you enjoy and it is a blend, then you should continue to drink it. Blended wines are not "second class" wines. The finest champagnes are made from several varieties of grapes!
However, if you wish to extend your wine knowledge and thus enhance your wine experience you should try varietal wines whenever possible. There are hundreds of varietal wines available, each with a special subtle difference waiting for you to discover.

from: http://www.chiff.com/

ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΑΛΑΙΩΣΗ ΤΟΥ ΚΡΑΣΙΟΥ


Το φρέσκο κρασί δεν είναι ακόμη έτοιμο για κατανάλωση. Η οξύτητά του είναι πολύ τονισμένη και οι τανίνες του επιθετικές. Με την πάροδο του χρόνου όμως, το κρασί θα ωριμάσει και θα αποκτήσει την ισορροπία των γευστικών του χαρακτηριστικών.
Σε γενικές γραμμές τα λευκά, τα ροζέ και τα ελαφρά ερυθρά κρασιά, καταναλώνονται σε νεαρή ηλικία γιατί η ευχαρίστηση που μας προσφέρουν σχετίζεται με τη φρεσκάδα των αρωμάτων και της γεύσης τους. Αντίθετα, πολλά από τα "μεγάλα" λευκά κρασιά και το μεγαλύτερο μέρος των ερυθρών, κυρίως όταν εμφανίζουν ισχυρά τανικό και όξινο  χαρακτήρα, απαιτούν παλαίωση για την ανάδειξη του γευστικού τους πλούτου. Η παλαίωση του κρασιού διακρίνεται στην οξειδωτική, που πραγματοποιείται μέσα στο βαρέλι και στην αναγωγική που πραγματοποιείται μέσα στη φιάλη. Κατά την οξειδωτική παλαίωση με την παρουσία του οξυγόνου (που εισέρχεται από τους πόρους του ξύλου του βαρελιού) το κρασί μαλακώνει σε γεύση ενώ διαλύει ταυτόχρονα ουσίες από το ξύλο
Το κρασί πρέπει να ελέγχεται τακτικά, ακόμη και κατά τη διάρκεια της παραμονής του στο βαρέλι. Η θερμοκρασία του χώρου πρέπει να είναι αρκετά χαμηλή 10-14οC καθώς και υγρασία του (70-75%)

Τετάρτη 19 Ιανουαρίου 2011

Γιατί είναι θολό το κρασί μου;

Ποιοι παράγοντες ευθύνονται όταν θολώνει το κρασί και πώς μπορούμε να διασφαλίσουμε το λαμπερό χρώμα και τη διαύγειά του;
Είναι γνωστό ότι μόλις γεννηθεί ένα κρασί είναι ιδιαίτερα θολό. Το φαινόμενο αυτό είναι φυσιολογικό και πλήρως αποδεκτό από αυτούς που ασχολούνται με την οινοποίηση. Δεν είναι σωστό, όμως, να παραμένει για πολύ καιρό σ' αυτήν την κατάσταση ούτε, βέβαια, να το αφήσουμε στο έλεος του... χρόνου να καθαρίσει μόνο του κλεισμένο σε κάποιο βαρέλι.
Το φρέσκο κρασί πρέπει οπωσδήποτε να διαυγασθεί. Η φράση αυτή αποτελεί απαράβατο οινολογικό κανόνα, αν θέλουμε να το προφυλάξουμε μέχρι την κατανάλωσή του. Η διαύγασή του δεν πρέπει να είναι πρόσκαιρη, αλλά να αντέχει στο χρόνο. Λόγω, λοιπόν, της πολυπλοκότητας των χημικών μηχανισμών που παρουσιάζει ένα κρασί, μπορεί να γίνει έδρα βιολογικών μεταβολών που κάποια στιγμή θα οδηγήσουν στην επανεμφάνιση θολωμάτων και ιζημάτων.
Γι' αυτόν, λοιπόν, το λόγο, όταν δεν έχετε τη δυνατότητα να φιλτράρετε το κρασί που φτιάξατε, μην υπερηφανεύεσθε για το λαμπερό του χρώμα ή την κρυστάλλινη διαύγειά του, γιατί μέσα σε λίγους μήνες πολλά μπορούν να συμβούν.
Ακόμα όμως και στην περίπτωση που αυτά τα θολώματα δεν επηρεάζουν την γεύση, αποτελούν αιτία εμπορικής καταστροφής όταν εμφανίζονται στο ράφι. Ετσι, ένα λευκό κρασί αναδεικνύει καλύτερα τους οργανοληπτικούς του χαρακτήρες έπειτα από ένα απλό φιλτράρισμα, ενώ αντίστοιχα ένα παλαιό κόκκινο κρασί, πριν φτάσει στο ποτήρι, πρέπει να μεταγγίζεται πολλές φορές.
Ποια είναι όμως τα αίτια της εμφάνισης των θολωμάτων σε ένα κρασί; Η παρουσία κολλοειδών ουσιών είναι μία από τις αιτίες αποσταθεροποίησής του. Πρόκειται για μικροσκοπικά εν αιωρήσει σωματίδια, τα οποία δεν εντοπίζονται εύκολα με τις συνήθεις μεθόδους ανάλυσης, και κάνουν φαινομενικά το κρασί να δείχνει διαυγές.
Είναι ομώνυμα φορτισμένα σωματίδια τα οποία, υπακούοντας στους νόμους της Φυσικής, απωθούνται μεταξύ τους και παραμένουν να αιωρούνται μέσα στο κρασί.
Αν για οποιονδήποτε λόγο το φορτίο εξουδετερωθεί (λόγω της παρουσίας ιόντων υδρογόνου και καλίου) τότε η καταβύθιση των σωματιδίων προκαλεί την εμφάνιση θολώματος και σταδιακά ανεπιθύμητου ιζήματος. Φιλτράρετε λοιπόν τα λευκά κρασιά σας έγκαιρα, μεταγγίστε τα κόκκινα, γεμίστε μέχρι τα χείλη το βαρέλι σας, φροντίστε μονίμως να μην κατεβαίνει η στάθμη .

Του Δημήτρη Χατζηνικολάου from: www.kathimerini.gr

Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΜΠΕΝΤΟΝΙΤΗ


Η καθαρότητα του κρασιού είναι ο πιό σημαντικός παράγωντας πριν την εμφιάλωσή του (ειδικά στα λευκά κρασιά). Την καθαρότητα του κρασιού μπορούν να την επιρρεάσουν κάποιοι παράγοντες, μεταξύ αυτών:
Η ύπαρξη φυσικών πρωτεϊνων οι οποίες μεταφέρονται στο κρασί κατά την παρασκευή του. Σε θερμοκρασία δωματίου αυτές οι πρωτεϊνες είναι διαλυτές και μη ορατές. Ομως, σε πιό θερμές συνθήκες, τα άτομα των πρωτεϊνών πολυμερίζονται με αποτέλεσμα να συνδέονται μεταξύ τους καιν σχηματίζουν ιζήματα και θολούρα.

ΜΠΕΝΤΟΝΙΤΗΣ

Στην οινολογία ο μπεντονίτης πρωτοχρησιμοποιήθηκε στις εργασίες του Ribereau Gayon περίπου στα 1930. Ο Ribereau Gayon απέδειξε πρώτος ότι ο μπεντονίτης έχει την ιδιότητα να απορροφά τις πρωτεϊνες του οίνου.
Σήμερα πια η χρήση του μπεντονίτη στην οινολογική πρακτική για την κατεργασία των γλεύκων και των οίνων είναι ευρύτατα διαδεδομένη.
Ωστόσο η αποτελεσματικότητα της χρήσης του είναι άμεσα συνδεδεμένη με το σκοπό για τον οποίο θα χρησιμοποιηθεί.
Συνήθως χρησιμοποιούνται για :
  1. Η απομάκρυνση των πρωτεϊνών
  2. Η βελτίωσης της διηθησιμότητας
  3. Η διαύγεια
  4. Ο όγκος του σχηματισθέντος ιζήματος
Τι είναι ο μπεντονίτης:
Είναι πλαστική άργιλος που προέρχεται από την εξαλλοίωση - μετατροπή της ηφαιστειακής τέφρας. Αποτελείται από ορυκτά της ομάδας των σμεκτιτών, οι σμεκτίτες παρουσιάζουν τη μεγαλύτερη απορροφητική ικανότητα μεταξύ των αργιλικών ορυκτών, με κύριο συστατικό το ορυκτό του μοντμοριλλονίτη, ιθαγενείς της Αμερικής χρησιμοποίησαν αυτό το υλικό για επάλειψη ανοιχτών τραυμάτων και για στομαχικές ή εντερικές διαταραχές.


FROM: www.hannagreece.gr + http://farmakotrimmata.blogspot.com/

Τρίτη 18 Ιανουαρίου 2011

''Αναγκαιότητα άμεσης στήριξης του Ελληνικού Κρασιού

Ο Πρόεδρος της ΕΝΟΑΠ Γιώργος Σκούρας επέμενε στην αναγκαιότητα άμεσης στήριξης του ελληνικού κρασιού σε όλους τους τομείς της αγοράς (super market, εστιατόρια, μπαρ) και πρότεινε αφενός τη δημιουργία Παρατηρητηρίου Τιμών από τους οινοποιούς έτσι ώστε οι φιλικές τιμές που οι ίδιοι προσφέρουν να φθάνουν στον καταναλωτή και αφετέρου αναρωτήθηκε γιατί το κρασί στο εστιατόριο να μην βρίσκεται στον χαμηλότερο συντελεστή ΦΠΑ όπως το φαγητό.
Το Ελληνικό Κρασί και η ελληνική αγορά
Ο Σύνδεσμος Ελληνικού Οίνου εκτιμά πως οι περιστάσεις που διαμορφώνονται σήμερα από την οικονομική κρίση καθιστούν ωριμότερη παρά ποτέ την ανάγκη στήριξης του Επώνυμου Ελληνικού Κρασιού σε όλους τους τομείς της αγοράς.
Ειδικότερα επικεντρωνόμαστε στην:
α) Στήριξη του Ελληνικού Κρασιού από τους ίδιους τους Έλληνες οινοποιούς. Στο πλαίσιο της ανάγκης διαμόρφωσης φιλικών τιμών παντού, προτείνουμε τη δημιουργία παρατηρητηρίου τιμών, ώστε οι ευνοϊκότερες τιμές και οι προσφορές να φθάνουν στον καταναλωτή.
β) Στήριξη του Ελληνικού Κρασιού από τους Έλληνες οινοχόους.
Στο πλαίσιο αυτό, τονίζουμε:
  • την ανάγκη ύπαρξης υψηλής ποσόστωσης ελληνικών ετικετών  σε σχέση με τις εισαγόμενες στις λίστες των ελληνικών εστιατορίων και
  • τη στήριξη του τομέα της γαστρονομίας με σκοπό τη δημιουργία υψηλής ποιοτικής εικόνας του ελληνικού κρασιού προς τους ξένους επισκέπτες  της χώρας.
γ) Στήριξη του ελληνικού κρασιού στα ράφια λιανικής πώλησης (super markets, κάβες) σε άμεση συνεννόηση με τον κλάδο των super markets, με σκοπό τη δημιουργία ενεργειών προώθησης και κλίματος διαμόρφωσης φιλικών τιμών προς τον καταναλωτή.
δ) Στήριξη των ελληνικών κρασιών στα εστιατόρια – bars  κλπ με σκοπό την από κοινού συμφωνία για τη δημιουργία φιλικών τιμών προς τον καταναλωτή. Στο πλαίσιο αυτό, προτείνουμε την διερεύνηση νομοθετικής ρύθμισης για την εισαγωγή χαμηλού συντελεστή ΦΠΑ για το κρασί στην εστίαση.

12 χρυσοί κανόνες για το "μάξιμουμ" της απόλαυσης

1. Ποτέ δεν βάζουμε το κρασί στην κατάψυξη.Το θερμοκρασιακό σοκ το καταστρέφει.
Επίσης ποτέ δεν αφήνουμε κρασί στο ψυγείο για μεγάλο χρονικό διάστημα .Αποκτά μια
δυσάρεστη οσμή από την μακροχρόνια ψύξη.
2. Πρέπει να πίνουμε το κάθε κρασί στην σωστή του θερμοκρασία.Τα λευκά γύρω
στους 10-12 C και τα κόκκινα περίπου στους 18C.
3. Τα κόκκινα κρασιά και κυρίως τα παλαιωμένα τα μεταγγίζουμε σε καράφα μεγάλης
διαμέτρου έτσι ώστε να "αναπνεύσει" το κρασί και να αποδώσει σωστά το μπουκέτο των
αρωμάτων του.

4. Ποτέ δεν γεμίζουμε το ποτήρι μέχρι τα χείλη.Το σωστό είναι να σερβίρουμε το κρασί
μέχρι τη μέση του ποτηριού και λίγο χαμηλότερα .Ο λόγος είναι ότι πρέπει να έχουμε χώρο
για να το ανακινήσουμε ,έτσι ώστε να απολαύσουμε τα αρώματα του.

5. Τα ποτήρια έχουν μεγάλη σημασία.Μεγαλύτερη απ' όση φαντάζεστε.Το σωστό ποτήρι
διεκδικεί ένα μεγάλο μερίδιο στην απόλαυση του κρασιού.Πρέπει να είναι κολονάτο και στο
σχήμα που απαιτεί το αντίστοιχο κρασί.Υπάρχουν ποτήρια -φετίχ όπως τα Riedel που όταν
τα χρησιμοποιούμε αμέσως καταλαβαίνουμε την διαφορά.

6. Όσο πίνουμε ,διατηρούμε το κρασί σε σαμπανιέρα.Ιδιαίτερα το καλοκαίρι -αλλά και τον
χειμώνα-το κρασί ζεσταίνεται με πολύ γρήγορους ρυθμούς.

7. Πριν το σερβίρισμα μυρίζουμε τον φελλό και δοκιμάζουμε λίγο από το κρασί σ' ένα ξεχω-
ριστό ποτήρι για να σιγουρευτούμε ότι δεν υπάρχουν περίεργες και δυσάρεστες οσμές.

8. Αν σ' ένα τραπέζι πιούμε πάνω από ένα είδος κρασιού ,τότε η σωστή σειρά είναι πρώτα τα
λευκά ,μετά τα ροζέ και τέλος τα κόκκινα

9. Το κρασί δεν αγαπάει ,άρα δεν ταιριάζει ιδιαίτερα με λαχανικά ,σαλάτες ,σάλτσες που
έχουν ξίδι ,σούπες,πιάτα που έχουν έντονο λεμόνι ,αβγά ,ξινά φρούτα και σοκολάτα.

10. Τα τοπικά πιάτα είναι καλό να συνδυάζονται με αντίστοιχα τοπικά κρασιά

11. Το κρασί έχει και την ώρα του .Όπως δεν μπορεί να καταναλωθεί για .....πρωινό ,έτσι και η κάθε ώρα μέσα στην ημέρα έχει το κρασί της.Δεν είναι ευχάριστο να πίνουμε κόκκινα και βαρειά κρασιά μεσημέρι η δροσερά και παγωμένα τις κρύες νύχτες του χειμώνα.

12. .Τέλος ...περί ορέξεως κολοκυθόπιτα .Οι κανόνες είναι για να μπορούμε να τους παραβαίνουμε και καθώς η γεύση είναι προσωπική υπόθεση μην διστάσετε να αφεθείτε στη μαγεία της ανα-
ζήτησης.
from: http://oinoagapi.blogspot.com/

Δευτέρα 17 Ιανουαρίου 2011

Το κρασί στο εστιατόριο

Τοποθέτηση Ανδρέα Ματθίδη AIWS :Πρώτα από όλα πρέπει να αναφερθούμε στην κλονισμένη εμπιστοσύνη του καταναλωτή, η λέξη κλειδί για κάθε προσφερόμενο προιόν δεν μπορεί να είναι άλλη από το έντιμο.Έντιμο = Σχέση ποιότητας τιμής ( Σήμερα παγκοσμιοποιημένη η αντίληψη των καταναλωτών, ταξιδεύουν πολύ και συγκρίνουν τόσο την παρεχόμενη ποιότητα, όσο και τις τιμές ) Το μήνυμα πρέπει να είναι : Προσέχω τις τιμές μου και σέβομαι τον καταναλωτή. Ένα μεγάλο πρόβλημα της εστίασης στην Ελλάδα, είναι ότι οι επιχειρηματίες δεν είναι και επαγγελματίες της εστίασης. Στο εξωτερικό και ιδιαίτερα στις παραδοσιακά γαστρονομικές χώρες ( Γαλλία, Ιταλία ), οι ιδιοκτήτες είναι και επαγγελματίες οι οποίοι εργάζονται στην επιχείρηση σε καθημερινή βάση ( συνήθως ο ένας είναι στην κουζίνα και ο άλλος στην σάλα ). Στην Ελλάδα συνήθως υπάρχει κάποιος επιχειρηματίας, συχνά άσχετος με την εστίαση, που επενδύει και μάλιστα θέλει γρήγορα να πάρει πίσω τόσο το κεφάλαιο του, όσο και να βγάλει βέβαια κέρδη. Η έμφαση δίνεται συνήθως στην διακόσμηση του χώρου με πολύ ακριβά έπιπλα και αντικείμενα, η δε στελέχωση έρχεται σε δεύτερο επίπεδο και οι τιμές πώλησης δεν ορίζονται με ορθολογικό τρόπο. Κανονικά όλες οι μονάδες εστίασης πρέπει να καθορίζουν τις τιμές τους βάσει ενός μοντέλου, ειδικά για το φαγητό πρέπει να υπάρχουν Standard Recipes, όπου να περιγράφονται με ακρίβεια όλα τα συστατικά και οι ποσότητες που απαιτούνται για την δημιουργία των πιάτων, αυτές οι συνταγές πρέπει να ενημερώνονται καθημερινά με τις αγορές σύμφωνα με τα τιμολόγια και έτσι να επιβεβαιώνεται η όχι το θεωρητικό κόστος σε σχέση με το πραγματικό. Εκτός από μεγάλες ξενοδοχειακές μονάδες και λίγα σοβαρά εστιατόρια, ποιος ακολουθεί αυτή την λογική στη χώρα μας ? μήπως οι τιμές τις περισσότερες φορές καθορίζονται με τη «διαίσθηση » ?? Οι λίστες κρασιών των εστιατορίων μας, είναι διαχειρίσημες και λειτουργικές ? έχει νόημα να υπάρχουν πολύ μεγάλες λίστες στα εστιατόρια ? Τα κρασιά που υπάρχουν στις λίστες είναι διαλεγμένα για την συγκεκριμένη κουζίνα του κάθε εστιατορίου ?? Οι τιμές πώλησης των κρασιών πως ορίζονται ? μήπως πολλαπλασιάζοντας την τιμή αγοράς επί 3, 4, 5 φορές ?? μήπως η τιμή φιάλης ορίζεται σύμφωνα με τις τιμές που πουλά δίπλα μας ο ανταγωνισμός ?? Στοιχεία 2009 - Μείωση 3% των συνολικών πωλήσεων κρασιού στην Ελλάδα - Μείωση των χονδρικών πωλήσεων κρασιού, αύξηση των λιανικών πωλήσεων ( κυρίως Super market ) - Οι ιδιωτικές ετικέτες κερδίζουν συνεχώς μερίδιο μόνη λύση για την ύπαρξη των μονάδων εστίασης είναι η ΤΙΜΙΑ τιμολόγηση τόσο του φαγητού όσο και του κρασιού. Παραδείγματα από το εξωτερικό. • Στις Η.Π.Α μέση τιμή κατάτομο 2,5 χρόνια πριν ( προ οικονομικής κρίσης ) 35 - 40 $, σήμερα 25$ κατάτομο, η ίδια η αγοραστική δύναμη οδηγεί σε τιμές που μπορούν να αντέξουν οι καταναλωτές ( συνεχόμενη αύξηση πωλήσεων εμφιαλωμένου κρασιού, σε μία όχι τόσο παραδοσιακή αγορά για κρασί – μπύρα, coca cola ) • Στο κέντρο του Παρισιού, Bistrot du Sommelier – Philippe Faure Brac ( 1ο πιάτο με ποτήρι κρασί, 2ο πιάτο με ποτήρι κρασί, γλυκό με ποτήρι κρασί 25 – 30 € κατάτομο, εάν κάποιος επιθυμεί περισσότερο κρασί πολύ καλές τιμές τόσο με το ποτήρι, όσο και με την φιάλη ) • Βαρκελώνη ( πολιτική τιμολόγησης κρασιών : για κρασιά που κοστίζουν από 0-30 €, επιβάρυνση 10 € ανά φιάλη, από 30-80 €, επιβάρυνση 20 € ανά φιάλη και για κρασιά από 80 € και πάνω, επιβάρυνση 50 € ). Δίνεται επίσης η δυνατότητα, σε όποιον θέλει να μπορεί να φέρει το δικό του κρασί πληρώνοντας 10€ για το σέρβις και τα διαφυγόντα κέρδη. (B.O.B Bring Own Bottle). Επειδή οι επιβαρύνσεις είναι πολύ λογικές, , μετά από δύο χρόνια εφαρμογής αυτού του τρόπου τιμολόγησης, ελάχιστοι μπαίνουν στον κόπο να φέρουν το δικό τους κρασί. • Στην επαρχία της Ισπανίας, κοντά στο Logroño στην περιοχή της Rioja : Μικρό εστιατόριο, λίστα κρασιών μόνο με 11 ετικέτες ( 3 λευκά, 3 ροζέ και 5 κόκκινα ), όλα τα κρασιά σερβίρονται είτε με το ποτήρι, είτε με την φιάλη και με αντίστοιχη πολιτική τιμών 7 – 9 € επιβάρυνση στην τιμή αγοράς. Διαρκώς αυξανόμενες οι πωλήσεις του εμφιαλωμένου κρασιού.
Η