Τρίτη 30 Νοεμβρίου 2010

Τέσσερις "πρέσβεις" στην υπηρεσία του ελληνικού οίνου

Το νέο τριετές Πρόγραμμα για την Προβολή και Προώθηση των ελληνικών κρασιών, μέσω της Κοινής Οργάνωσης Αγοράς Οίνου εγκρίθηκε από τη γενική συνέλευση της Εθνικής Διεπαγγελματικής Οργάνωσης Αμπέλου και Οίνου (ΕΔΟΑΟ). Το πρόγραμμα είναι 100% συγχρηματοδοτούμενο από το υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων και την Ευρωπαϊκή Ένωση και έρχεται να υλοποιήσει ένα σημαντικό μέρος του στρατηγικού σχεδίου για το ελληνικό κρασί.
Με προϋπολογισμό 3,5 εκατ. ευρώ, διάρκεια από Μάρτιο 2009 έως Ιούλιο 2010 και χώρες-στόχους τη B. Αμερική (ΗΠΑ - Καναδάς), τη Ρωσία και την Ελβετία, το πρόγραμμα έχει σκοπό να προβάλει τους ελληνικούς οίνους με Προστατευόμενη Ονομασία Προέλευσης και Προστατευόμενη Γεωγραφική Ένδειξη και τους Ποικιλιακούς Οίνους.
Δράσεις
1. Δημιουργία Portal για το ελληνικό κρασί - Συντήρηση - Προώθηση Portal και ενέργειες που αφορούν στο διαδίκτυο (Web Marketing).
2. Δημιουργία Βασικού οπτικού και οπτικοακουστικού υλικού - Συντήρηση ανανέωση αυτού
3. Έρευνα για την ανάπτυξη του εμπορικού δικτύου στις αγορές των ΗΠΑ - Καναδά - Ρωσία.
4. Δημιουργία προωθητικού υλικού
5. Ποιοτική έρευνα για τη διερεύνηση του δυναμικού των γηγενών ποικιλιών αμπέλου στις αγορές των ΗΠΑ - Καναδά - Ρωσία.
6. Δημιουργία έρευνας και πληροφόρησης για το ελληνικό κρασί στις αγορές των ΗΠΑ - Καναδά - Ρωσία - Ελβετία.
7. Επιμόρφωση και καθιέρωση πρεσβευτών του ελληνικού κρασιού στις αγορές των ΗΠΑ - Καναδά - Ρωσία - Ελβετία.
8. Υλοποίηση δύο συμποσίων για το ελληνικό κρασί στην Ελλάδα (δεύτερος και τρίτος χρόνος αντίστοιχα)
9. Δημιουργία εκπαιδευτικών - ενημερωτικών σεμιναρίων για το ελληνικό κρασί σε on trade (τρίτος χρόνος).
Τον πρώτο χρόνο υλοποίησης του προγράμματος και μέχρι το τέλος Ιουλίου του 2010 (χρηματοδότηση 1,5 εκατ. ευρώ) θα έχουν δημιουργηθεί μία διαδικτυακή πύλη για το ελληνικό κρασί, οπτικοακουστικό υλικό και βάση δεδομένων με βίντεο και παρουσιάσεις, καθώς και υλικά προώθησης, από κονκάρδες μέχρι τσάντες με το "brand" του ελληνικού κρασιού.
Μέτρα προώθησης ή διαφήμισης
Α) Portal για το ελληνικό κρασί.
Δημιουργία ενός τελευταίας γενιάς Portal ενημερωτικού και εκπαιδευτικού χαρακτήρα για το ελληνικό κρασί, το οποίο θα απευθύνεται σε καταναλωτές και επαγγελματίες. Ο επισκέπτης θα μπορεί να αντλήσει πληροφορίες για το ελληνικό κρασί γενικά και ειδικότερα για την ιστορία του, το κλίμα και το έδαφος των οινοπαραγωγικών περιοχών, των ποικιλιών αμπέλου, των μεθόδων οινοποίησης, των τεχνικών αμπελοκαλλιέργιας, των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών των οινοπαραγωγικών περιοχών της ταξινόμησης των οίνων βάσει της Ευρωπαϊκής και Κοινοτικής Νομοθεσίας (με αναφορά σε Κανονισμούς και Νομοθεσίες), των ειδικών όρων που εμφανίζονται στις ετικέτες των ελληνικών κρασιών καθώς και links που αφορούν στο κρασί. Επίσης, στον επισκέπτη θα παρέχονται πληροφορίες για τα επισκέψιμα οινοποιεία της Ελλάδας, τον οινοτουρισμό, καθώς και τη γαστρονομία σε σχέση με το κρασί αλλά και διαδραστικά παιχνίδια γύρω από το κρασί.
Το Διοικητικό Συμβούλιο ανάθεσε τη δράση, στην ένωση εταιρειών PostScriptum - Vinetum - Atcom.
Β) Το βασικό οπτικό και οπτικοακουστικό περιεχόμενο θα χρησιμοποιηθεί αφενός για τη δημιουργία του εικαστικού σχεδιασμού του portal και του εκάστοτε προωθητικού υλικού και αφετέρου για την ενημέρωση και την προβολή του ελληνικού κρασιού και των αμπελώνων της Ελλάδας στις εκάστοτε εκδηλώσεις των ελληνικών πρεσβειών και σε οινικές εκδηλώσεις των χωρών στόχων. Το σύνολο του υλικού θα περάσει από ειδική επεξεργασία και θα εισαχθεί στο Portal μέσω του συστήματος διαχείρισης περιεχομένου όπως περιγράφηκε παραπάνω.
Η δημιουργία του περιλαμβάνει:
- Την παραγωγή νέου φωτογραφικού περιεχομένου (Library) από αναγνωρισμένους φωτογράφους και τεχνικούς καθώς και τη σταχυολόγηση και ψηφιοποίηση του ήδη υπάρχοντος φωτογραφικού υλικού.
Θα παραχθούν φωτογραφίες υψηλής και χαμηλής ανάλυσης (300 - 72 dpi) από τις κυριότερες αμπελοοινικές περιοχές της Ελλάδος το οποίο θα προσαρμόζεται στις εκάστοτε τεχνικές υποδομές.
- Την παραγωγή ειδικών οπτικοακουστικών παραγωγών (βίντεο καθώς και δημιουργία σειράς audio / video pod cast) από αναγνωρισμένους δημιουργούς, όπως σκηνοθέτη και διευθυντή φωτογραφίας.
Συγκεκριμένα:
Α. Τη δημιουργία ενός video που θα παρουσιάζει τον αμπελώνα και τις οινοπαραγωγικές περιοχές της Ελλάδας και θα περιλαμβάνει αφήγηση προσωπικών ιστοριών, προβολή καινοτόμων πρακτικών, επιχειρώντας με δημιουργικό τρόπο να προβάλει την αμπελοοινική Ελλάδα στις αγορές στόχους. Θα παραχθούν δύο versions, μία ολιγόλεπτη και μία μεγαλύτερης χρονικής διάρκειας, οι οποίες θα προβάλλονται ανάλογα με τις εκάστοτε ανάγκες. Π.χ. σε κλαδικές εκθέσεις, σε ενημερώσεις τύπου ή σε άλλες εκδηλώσεις του ελληνικού κρασιού στις τρίτες χώρες.
Β. Τη δημιουργία σειράς audio / video podcast
Τα pod cast είναι ψηφιακά αρχεία ήχου ή / και εικόνας που διατίθενται για λήψη μέσω διαδικτύου σε ηλεκτρονικούς υπολογιστές και φορητές συσκευές ψηφιακής αναπαραγωγής τύπου ipod.
Η σειρά αυτή θα περιλαμβάνει ξεναγήσεις - παρουσιάσεις του ελληνικού κρασιού από παγκόσμιους opinion leaders του οινικού κλάδου.
Η παραγωγή των παραπάνω οπτικοακουστικών υλικών περιλαμβάνει το concept, σενάριο και μετάφραση του σεναρίου, αφήγηση στα ελληνικά και στις γλώσσες των χωρών στόχων, μουσική επένδυση, ψηφιακό μοντάζ εικόνας και ήχου συμπεριλαμβανομένων των μεταγλωττίσεων, παραγωγή 3D computer Animation, DVD Mastering, παραγωγή αντιτύπων DVD, μετακινήσεις ανά την Ελλάδα.
Το Διοικητικό Συμβούλιο ανάθεσε τη δράση, στην εταιρεία Green Olive Films (EFX Production).
Γ) Δημιουργία Υλικού Προώθησης.
Στο πλαίσιο του Προγράμματος θα σχεδιαστεί ή/και θα παραχθεί υλικό προώθησης τον πρώτο χρόνο.
Τα προϊόντα που θα παραχθούν θα διατίθενται δωρεάν κατά τη διάρκεια εκδηλώσεων, γευσιγνωσιών καθώς και θα εφοδιάζουν το περιεχόμενο του Portal.
Το υλικό προώθησης ενδεικτικά θα περιλαμβάνει:
- Το σχεδιασμό και την ανάπτυξη δημιουργικού του προωθητικού υλικού.
- Το συντονισμό και επιμέλεια της παραγωγής του προωθητικού υλικού.
- Δημιουργικό καταχωρήσεων
- Διαδραστικό Αμπελοοινικό χάρτη της Ελλάδας
- Δημιουργικό σχεδιασμό e-newsletters,
- Δημιουργία Press Kits
- Κονκάρδες, μπλουζάκια, σουβέρ, μαγνητάκια, ανοιχτήρια, τσάντες για τη μεταφορά κρασιών, drop-stops, banners, αφισσέτες.
Μελέτες αγορών
Α) Γραφείο Έρευνας και πληροφόρησης Β. Αμερική
Πραγματοποιείται συνεργασία με γραφείο "έρευνας και πληροφόρησης" για το ελληνικό κρασί για τη Β. Αμερική για τον πρώτο χρόνο, το οποίο πραγματοποιεί:
Το Διοικητικό Συμβούλιο ανέθεσε τη δράση στην εταιρεία All about Greek Wines.
Β) Έρευνα για την ανάπτυξη του εμπορικού δικτύου στη Β. Αμερική και τη Ρωσία.
Συγκεκριμένα θα γίνουν:
- Πλήρης χαρτογράφηση της εμπορίας κρασιού ανά χώρα (Β. Αμερική - Ρωσία) και ανά αστικό κέντρο π.χ. Ν. Υόρκη - Μόσχα - Τορόντο. Η καταγραφή θα αφορά στους κύριους συντελεστές σε επίπεδο εισαγωγών, διανομής, λιανικής πώλησης on - trade και off - trade κ.τλ.
- Αποτύπωση της παρούσας θέσης του ελληνικού κρασιού στο εμπορικό δίκτυο Β. Αμερικής και των κύριων αστικών κέντρων π.χ. Ν. Υόρκη και αξιολόγηση της κατάστασης.
- Καθορισμός αναγκών - ενεργειών για την ένταξη και βελτίωση της θέσης του ελληνικού κρασιού στο εμπόριο στη Β. Αμερική και τη Ρωσία.
To Διοικητικό Συμβούλιο ανέθεσε τη δράση για την ανάπτυξη του εμπορικού δικτύου στη Β. Αμερική στην Καναδική εταιρεία Leger Marketing Inc. (69.500 ευρώ). Για την έρευνα για την ανάπτυξη του εμπορικού δικτύου στη Ρωσία η Επιτροπή Παραλαβής και Παρακολούθησης των έργων του Προγράμματος μέσω της ΚΟΑ Οίνου επεξεργάζεται τις διάφορες προτάσεις εταιρειών, κυρίως της Ρωσίας, οι οποίες μπορούν να αναλάβουν το έργο.
Γ) Ποιοτική Έρευνα αγοράς στη Β. Αμερική και στη Ρωσία για τη διερεύνηση του δυναμικού των ελληνικών τοπο - ποικιλιών πρεσβευτών και των συγκριτικών τους πλεονεκτημάτων σε σχέση με τα κρασιά του Νέου Κόσμου.
Μέχρι στιγμής έχει ανατεθεί στην εταιρεία All about Greek Wines η ποιοτική έρευνα αγοράς στη Β. Αμερική (συνολικό ύψος ανάθεσης 56.000 ευρώ).
Ενέργειες δημοσίων σχέσεων
Έχει ανατεθεί η συνεργασία της ΕΔΟΑΟ με τέσσερις καταξιωμένους επαγγελματίες - πρεσβευτές στη Β. Αμερική (ΗΠΑ - Καναδάς) και με έναν στην Ρωσία, οι οποίοι έχουν μεγάλη επιρροή και απήχηση στην οινική κοινή γνώμη των αγορών αυτών και θα αποτελέσουν πρεσβευτές για το ελληνικό κρασί. Συγκεκριμένα για τις ΗΠΑ με τους κ.κ. Doug Frost MW-MS και Steve Olson με αμοιβή 25.000 ευρώ έκαστος, για τον Καναδά με τους κ.κ. Veronique Rivest και John Szambo με αμοιβή 12.500 ευρώ έκαστος και για τη Ρωσία με τον Bissov Athanasov με αμοιβή 25.000 ευρώ.
Στο πλαίσιο της συνεργασίας αυτής οι πρεσβευτές θα πραγματοποιούν γευστικές δοκιμές των τοπο-ποικιλιών πρεσβευτών των ελληνικών οίνων, θα γράφουν άρθρα, θα συμμετέχουν στη δημιουργία έντυπου ή ηλεκτρονικού ενημερωτικού υλικού, θα δίνουν διαλέξεις, θα κάνουν εισηγήσεις σε σχολές επαγγελματιών του χώρου και θα δίνουν συνεντεύξεις τόσο σε ΜΜΕ όσο και για τη δημιουργία της σειράς Pod Casts και θα συμμετάσχουν στη δημιουργία του Video για το ελληνικό κρασί. Οι πρεσβευτές θα είναι σε άμεση συνεργασία με την ΕΔΟΑΟ και το γραφείο Οίνου και το έργο τους θα παρακολουθείται από την Επιτροπή Παραλαβής και Παρακολούθησης των έργων του Προγράμματος μέσω της ΚΟΑ Οίνου.
Πηγή: Agronews

Κυριακή 28 Νοεμβρίου 2010

ΑΣ ΧΑΛΑΡΩΣΟΥΜΕ ΕΙΝΑΙ ΚΥΡΙΑΚΗ-RELAX ITS SUNDAY






Chardonnay Wine Information

Chardonnay Wine Information

The Chardonnay grape is thought to have originated in Lebanon, and in France Chardonnay became the only grape allowed to be grown in Chablis, Burgundy.
These white Bungundy wines were well enjoyed, and the grape is also used in sparkling wines and Champagne.
Chardonnay really hit its prime when it was grown in California, however. Its popularity has grown immensely in the past fourty years, to where it is now the most popular white wine available. Winemakers love Chardonnay because the vines are easy to grow, and have a high yield. Wine drinkers love Chardonnay because of the wide variety of flavours it can take on.
Depending on where it's grown and how it's fermented, Chardonnay can taste semi-sweet or sour, heady or light. Typical flavors are apple, tangerine, lemon, lime, melon, and oak. Also, Chardonnay is not a "rich man's drink".Chardonnay is ussually dry,and goes best with poultry or seafood,like lobster or scallops.It can even go well with a light red meat dish.Good cheeses for Chardonnay include Gruyere,Provolone,and Brie.
 

In addition to California and Burgundy, Chardonnays are also grown in quantity in Australia, New Zealand, and South Africa. Cool-climate Chardonnays get longer growing times, and end up with subtle overtones. Warm-climate Chardonnays, on the other hand, become more flavorful and full tasting.
Chardonnay should be served at 48F. Most chardonnays are meant to be drunk immediately, but some can age for 5-10 years or more 

Όχι στα ‘μακεδονικά’ κρασιά από τη FYROM, λέει η Γερμανία


Οινοπαραγωγοί από τη FYROM δεν επιτρέπεται στο μέλλον να εξάγουν κρασιά στην ΕΕ, εάν στην ετικέτα αναγράφεται η λέξη 'μακεδονικό'. Η ονομασία ανήκει στην Ελλάδα λένε οι γερμανικές αρχές
Στο τέλος του 2009 οι γερμανικές αρχές διαπίστωσαν ότι στα σουπερμάρκετ πωλείται κρασί με ετικέτα που αναγράφει 'μακεδονικό' και ήταν από την FYROM. Εξαιτίας της...
 διαμάχης για την ονομασία που υπάρχει μεταξύ των δυο χωρών , οι γερμανικές αρχές ήθελαν να είναι σίγουρες για το τι πραγματικά ισχύει. Απευθύνθηκαν έτσι στην Κομισιόν και θέλησαν να έχουν μια υπεύθυνη τοποθέτηση επί του ζητήματος.
Η Γενική Διεύθυνση Γεωργίας απάντησε ότι ο όρος «μακεδονικός» για τα κρασιά είναι κατοχυρωμένος από την Ελλάδα ήδη από το 1989. Με λίγα λόγια στην ΕΕ επιτρέπεται να εισάγονται κρασιά με τον ονομασία 'μακεδονικό' μόνο από την Ελλάδα. Ο Πέριτς Ιβανόβσκι από το υπουργείο Γεωργίας της FYROM υποστηρίζει ωστόσο: «Ο όρος μακεδονικός και όλα τα παράγωγα που απορρέουν από τον όρο μπορούν να χρησιμοποιηθούν και από τις δυο πλευρές. Η προέλευση όμως του κρασιού θα πρέπει να είναι εμφανής και να μην προκαλεί σύγχυση στον καταναλωτή. Αυτό συμβαίνει όταν αναφέρεται σαφώς η χώρα προέλευσης».

Πηγές της Κομισιόν, που θέλησαν να κρατήσουν την ανωνυμία τους, επιβεβαίωσαν στην Deutsche Welle ότι θα πρέπει στο μέλλον να γίνονται πιο αυστηροί έλεγχοι. Ο λόγος είναι ότι τα προηγούμενα 20 χρόνια το 'μακεδονικό' κρασί από τη FYROM μπορούσε να εισαχθεί χωρίς πρόβλημα, διότι κανείς δεν είχε ασχοληθεί με την υπόθεση. Και δεν είχε ασχοληθεί κανείς με την υπόθεση, διότι από τη FYROM εισάγονταν συνήθως φθηνά κρασιά και το ενδιαφέρον για πιο εμπεριστατωμένη έρευνα δεν ήταν μεγάλο. Εντωμεταξύ όμως οινοπαραγωγοί από τα Σκόπια θέλησαν να διευρύνουν τις δραστηριότητές τους στην ΕΕ και να ασχοληθούν με κρασιά ανώτερης προέλευσης και έτσι κίνησαν την περιέργεια των γερμανικών αρχών. //Οι εξαγωγές κρασιού από τη FYROM προς τη Γερμανία ή την ΕΕ κινδυνεύουν

Οι οινοπαραγωγοί της χώρας φοβούνται τώρα πως μια τέτοια απαγόρευση θα είναι καταστροφική για τον κλάδο, ο οποίος ούτως ή άλλως αντιμετώπιζε σοβαρά προβλήματα. Το μεγαλύτερο μέρος των εξαγωγών τoυς προοριζόταν για τη Γερμανία και κατά προσέγγιση πρόκειται για 33 εκατομμύρια λίτρα το χρόνο. Σύμφωνα με τους ευρωπαϊκούς κανόνες στις ετικέτες θα πρέπει να αναγράφεται η προέλευση, το είδος της ποικιλίας και η περιοχή από την οποία προέρχεται η καλλιέργεια. Μέχρι το τέλος του χρόνου θα πρέπει η FYROM να στείλει στις Βρυξέλλες μια λίστα με τις περιοχές. Το πρόβλημα είναι όμως ότι η FYROM δεν διαθέτει τους ελεγκτικούς μηχανισμούς και τους μηχανισμούς καταγραφής και όπως δηλώνει ο Κόκο Μοτσάν από την εταιρεία Tehnometal, από τη Φρανκφούρτη, η οποία ασχολείται με τη διακίνηση οίνου στη Γερμανία, εάν οι αρχές δεν καταρτίσουν εγκαίρως τον κατάλογο τότε θα υπάρξει σοβαρό πρόβλημα γιατί «τότε οι Γερμανοί εισαγωγείς δεν θα μπορέσουν να δηλώσουν την προέλευση των κρασιών και όλες οι εξαγωγές κρασιού από τη FYROM προς τη Γερμανία ή την ΕΕ κινδυνεύουν».

πηγή Ανάρτηση Από τον/την Blogger στο ΕΓΕΡΣΙΣ2

Πέμπτη 25 Νοεμβρίου 2010

ΚΡΑΣΙΑ ΣΑΝΤΟΡΙΝΗΣ


Η Σαντορίνη έχει μια μεγάλη παράδοση στην αμπελουργία, τουλάχιστον 3500 χρόνια. Το μοναδικό της κλίμα σε συνδυασμό με τη σύσταση του εδάφους έχουν κάνει τις ποικιλίες που οινοποιούνται να δίνουν κρασιά με ξεχωριστή προσωπικότητα.
Η Σαντορίνη διαθέτει έναν από τους πιο παλιούς αμπελώνες σε όλο το κόσμο που προέρχεται από τα προιστορικά χρόνια. Οι βασικές ποικιλίες σταφυλίων που καλλιεργούνται στη Σαντορίνη και δίνουν όλη τη μεγάλη ποικιλία των κρασιών της είναι το Ασύρτικο (που δίνει το 80% της παραγωγής της Σαντορίνης), το Αθήρι και το Αηδάνι από τα λευκά και η Μαντηλαριά, το Μαυροτράγανο και το Βουδόματο από τα κόκκινα. Τα κρασιά της Σαντορίνης χαρακτηρίζονται από έντονα αρώματα και γεύσεις και υψηλούς αλκοολικούς βαθμούς.
Στη Σαντορίνη οινοποιούνται διάφοροι τύποι κρασιών όμως διαθέτει 3 κρασιά Ονομασίας Προέλευσης Ανωτέρας Ποιότητας.
Το Ασύρτικο είναι το κρασί που έχει πάρει το όνομα της ποικιλίας που έχει μεγαλουργήσει στο ηφαιστειακό κλίμα και έδαφος της Σαντορίνης. Γευτήτε όλες τις γεύσεις και τα αρώματα της Σαντορίνης σε ένα κρασί.
Το Νυχτέρι είναι ένα κρασί παλαίωσης που έχει ονομαστεί έτσι καθώς η παράδοση αναφέρει ότι όλες οι εργασίες για την οινοποίηση του γινόταν τις νύχτες.
Το Βινσάντο (Vino di Santorini) το παραδοσιακό γλυκό κρασί της Σαντορίνης που είναι συνδεδεμένο με τη σύγχρονη ιστορία της και την έχει κάνει γνωστή σε όλο το κόσμο. Η οινοποίηση του γίνεται από λιασμένα σταφύλια στον καλοκαιρινό ήλιο της Σαντορίνης.
Το κρασί της Σαντορίνης με σημαντικό παρελθόν και παρόν έχει μπεί με τα 10 οινοποιία που διαθέτει το νησί, με τους καλύτερους οιωνούς στον 21ο αιώνα.


πηγη:www.santoriniinfo.gr

Petite Sirah



There are mysteries and conundrums to be found even in the wine industry; this one concerns the durif grape. The grape was discovered by François Durif, a botanist at the University of Montpellier, in France, who found the new grape variety at the experimental vineyard of the University. Durif, being the modest man he was, promptly named the variety after himself. The grape looked like a winner because it grew well and was disease resistant. Unfortunately, it made poor wine and was promptly discarded. Today, it is almost nonexistent in France, proving that the French are not the wine mavens they claim to be.
Somehow, some way, the variety wound up in California and by whatever magic, the vine extracted from the new world soil and climate, it grew well here and also made some really fine wines.
Another mystery is the name. Although the grape has been genetically proven to be the durif, somehow the variety became known by its local name, petite sirah, and the name stuck. It is also unknown why the grape made such poor wines in France, but here, in the good old US of A, it has become a rising star.

by Ben Bodenstein

Τρίτη 23 Νοεμβρίου 2010

Η Αγορανομία ενάντια στο ελληνικό κρασί

 
Μπορεί στο εξωτερικό οι τιμές των κρασιών να διαμορφώνονται ανάλογα με τη σοδειά και τη χρονιά παραγωγής και πολλοί να επενδύουν μεγάλα χρηματικά ποσά σε παλαιωμένα κρασιά, στη χώρα μας όμως τα πράγματα είναι διαφορετικά. Τι και αν η Ελλάδα προσπαθεί να μπει στον χάρτη των οινοπαραγωγών χωρών και οι αμπελουργοί πασχίζουν για τη δημιουργία κρασιών που να επιδέχονται παλαίωση, η γραφειοκρατία κρατά τον κλάδο κολλημένο στο παρελθόν.

«Είναι δύσκολο να πειστεί η αγορανομία για την παλαίωση κρασιών» αναφέρει ο κ. Δ. Χατζημιχάλης, πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της εταιρείας «Κτήματα Χατζημιχάλη». Οπως εξηγεί, «οι αρμόδιες κρατικές αρχές θεωρούν ότι υπάρχει αύξηση τιμής στα παλαιωμένα κρασιά και οι οινοπαραγωγοί πρέπει να πάρουν έγκριση, με αποτέλεσμα να μη βοηθούν το ελληνικό κοινό να εξοικειωθεί με αυτά τα κρασιά».

Η Ελλάδα, σύμφωνα με τον κ. Αγγ. Ρούβαλη, πρόεδρο του Συνδέσμου Ελληνικού Οίνου και οινοποιό, βρίσκεται σε άλλη φάση από το γαλλικό ή ιταλικό κρασί, όσον αφορά το εμπόριο. «Είμαστε σε στάδιο», εξηγεί, «όπου οι καταναλωτές τώρα μαθαίνουν τις ποικιλίες και τους αμπελοτόπους,καθώς μέχρι τη δεκαετία του ΄60 δεν υπήρχαν εμφιαλωμένα κρασιά στη χώρα μας, ενώ μόλις τις δύο τελευταίες δεκαετίες έχει αρχίσει η παραγωγή κρασιών με σκοπό την παλαίωση».

Εκτός από την έλλειψη παράδοσης και κουλτούρας, ο κ. Γ.Σκούρας, ιδρυτής της εταιρείας «Κτήμα Σκούρας», εντοπίζει και ζητήματα που σχετίζονται με την προώθηση και το μάρκετινγκ. «Στη χώρα μας υπάρχουν ελάχιστα κρασιά που παλαιώνονται με αντίστοιχη άνοδο της τιμής τους, διότι σε άλλες ευρωπαϊκές χώρεςυπάρχουν συγκεκριμένοι εμπορικοί οίκοι που προωθούν τα κρασιά τέτοιου τύπου και προσδίδουν σε αυτά αξία» αναφέρει. Σύμφωνα με τον κ. Σκούρα κάποια στιγμή θα έρθει και στην Ελλάδα η λογική των παλιών και ακριβών κρασιών, αλλά «θα αργήσει».

Οσον αφορά τις ελληνικές ποικιλίες κρασιών που μπορούν να δεχθούν παλαίωση ως 8-10 χρόνια, σύμφωνα με τον κ. Χατζημιχάλη είναι το Ξινόμαυρο Νάουσας και το Αγιωργίτικο της Νεμέας, δύο κόκκινα κρασιά, ενώ από τις ξένες ποικιλίες που καλλιεργούνται στη χώρα μας είναι κυρίως οι γαλλικές Καμπερνέ και Μερλό. Επίσης, παλαιώνονται και τα γλυκά κρασιά, όπως η ελληνική ποικιλία Μοσχάτο Σάμου (λευκό κρασί) και το κόκκινο Μαυροδάφνη Πατρών. Παλαίωση για περισσότερα από 10 χρόνια, με άριστα αποτελέσματα, όπως επισημαίνει ο κ. Χατζημιχάλης, επιδέχεται ο συνδυασμός ελληνικών και ξένων ποικιλιών. Τέτοιοι είναι το Ξινόμαυρο με Καμπερνέ ή Μερλό και το Αγιωργίτικο με Καμπερνέ.



Διαβάστε περισσότερα: http://www.tovima.gr

Wines & Chocolate


Some say it can’t be done, pairing wine with chocolate, but if you have the right wine to complement the right chocolate it can be a match made in heaven! Whether you are pairing a delicate white chocolate or a lively dark chocolate with wine, there are a few pairing tips to keep in mind.
Tips for Successfully Pairings Wines with Chocolate

    Rule #1, typically the wine should be at least as sweet, if not a touch sweeter, than the chocolate you are serving it with. Otherwise, the taste may quickly veer towards bitter or sour.
    When pairing wines with chocolate, your best bet is to match lighter, more elegant flavored chocolates with lighter-bodied wines; likewise, the stronger the chocolate, the more full-bodied the wine should be. For example, a bittersweet chocolate tends to pair well with an intense, in-your-face California Zinfandel.
    Similar to “formal” wine tasting, if you will be experimenting with several varities of chocolates, work from light to dark. Start with a more subtle white chocolate and end on a dark or bittersweet chocolate.
White Chocolate Wine Suggestions
White chocolate tends to be more mellow and buttery in flavor, making it an ideal candidate for a Sherry , for a Moscato d'Asti , from Italy’s Piedmont region offers subtle, sweet bubbles, or an Orange Muscat . The Sherry and Moscato d’Asti will pick up the creaminess of the chocolates and the Orange Muscat will pick up any fruit tones on the scene. Another route, for pairing wine with white chocolate is going for the contrast pairing approach, this is a little riskier, but when you find a match it can be exceptional. For example, taking a wine like a Zinfandel which tends to have a heavier tannic content and often a higher alcohol level and partnering it with a creamy, buttered white chocolate can have an unusual "melding" affect. It's like the tannins get softened out by the fat content and make for a remarkable potential for pairing.
Milk Chocolate Wine Suggestions
Pinot Noir  or a lighter-bodied Merlot  will complement a bar of milk chocolate, a creamy chocolate mousse or chocolate accented cheesecake. Rieslings, Muscats or dessert wines tend to hold up well to mild milk chocolates. Also consider a sparkling wine or Champagne for pairing with milk chocolate dipped strawberries. Last, but not least a classic milk chocolate pairing to consider is a nice Ruby Port - a very safe bet when looking for a perfect wine to accent milk chocolate.
Dark Chocolate Wine Suggestions
Dark or bittersweet chocolates need a wine that offers a roasted, slightly robust flavor itself, with perhaps a hint of its own chocolate notes. Cabs and Zinfandels have a history of perfecting the dark chocolate match, resulting in an unparalleled tasting combination. A Cabernet Sauvignon or a Zinfandel will more than fill your chocolate pairing expectations. Also consider a Pinot Noir or a Merlot to handle dark chocolate around the 55% cocoa mark. Finally, give a Tawny or Vintage Port a go to offer a very well balanced pairing approach to a dark chocolate dessert or truffle.


 from: www.about.com

Σάββατο 20 Νοεμβρίου 2010

GRAPE COMPOSITION




 FROM WINES OF FRANCE

Επισκέψιμα οινοποιεία


Όλα τα οινοποιεία μπορούν ατύπως να δέχονται επισκέπτες και πολλά το κάνουν.
Άλλο, όμως, η άτυπη και άλλο η επίσημη επισκεψιμότητα.

Η απόφαση 385951/31-12-2000 του τότε Υπουργείου Γεωργίας περί "Καθορισμού συ-μπληρωματικών μέτρων για την εφαρμογή των διατάξεων του Κανονισμού ΕΚ-1493/99, που αναφέρονται στη διαφήμηση των αμπελοοινικών προϊόντων" καθορίζει τις προϋποθέσεις με τις οποίες ένα οινοποιείο μπορεί να χαρακτηριστεί επισκέψιμο.

Οι προϋποθέσεις είναι οι ακόλουθες:

Α. ΠινακίδεςΠρέπει να υπάρχουν πινακίδες τοποθετημένες σε κατάλληλες θέσεις που ενημερώνουν τους επισκέπτες για:
1. Τo ωράριο επίσκεψης στο οινοποιείο.
2. Το κόστος γευστικής δοκιμής, εάν υπάρχει.
3. Τον τιμοκατάλογο του οίνου, των άλλων αμπελοοινικών προϊόντων και των συναφών
    υπηρεσιών.
4. Κάθε άλλη αναγκαία υπόδειξη ή ενημέρωση.

Β. Χώροι
Πρέπει να υπάρχουν επαρκείς και ασφαλείς χώροι για:
1. Πρόσβαση στο οινοποιείο.
2. Υποδοχή, διαμονή και υγιεινή των επισκεπτών.
3. Γευσιγνωσίας, για την άνετη γευστική δοκιμή.
4. Τοποθέτησης, παρουσίασης και πώλησης του οίνου και των προϊόντων που παράγονται
    με πρώτη ύλη τα αμπελοοινικά παραδοσιακά προϊόντα, εφόσον γι' αυτά έχουν ληφθεί οι
    αναγκαίες άδειες που ενδεχομένως απαιτούνται.

Γ. Δραστηριότητες
Τα επισκέψιμα αυτά οινοποιεία, για τη διαφήμιση και προώθηση των προϊόντων τους μπορούν να:
1. Συνεργάζονται με οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης και λοιπούς φορείς προκειμένου
    να αναδείξουν, προβάλλουν και αξιοποιήσουν την ελληνική πολιτιστική κληρονομιά γύρω
    από το αμπέλι και τον οίνο.
2. Συνεργάζονται με ελληνικούς και διεθνείς οργανισμούς τουρισμού, αγροτουρισμού και
    πραγματοποιούν εθνικές και διεθνείς συναντήσεις, συνέδρια και σεμινάρια σχετικά με το
    αντικείμενό τους, με στόχο την προβολή των ελληνικών οίνων στο εσωτερικό και
    εξωτερικό.
3. Οργανώνουν εκδηλώσεις γευσιγνωσίας οίνου συνεργαζόμενα με ξενοδοχειακές
    επιχειρήσεις, επιλεγμένα εστιατόρια, εταιρίες catering και άλλες ομοειδείς επιχειρήσεις.
4. Υποδέχονται σχολεία και εκπαιδευτικά ιδρύματα και οποιονδήποτε επιθυμεί να τα
    επισκεφθεί συμβάλλοντας με σεμινάρια, διαλέξεις, ξεναγήσεις και γευσιγνωσίες στην
    αύξηση ενδιαφέροντος του κοινού και των επαγγελματιών για το αμπέλι και τον οίνο.
5. Οργανώνουν κοινωνικές εκδηλώσεις μέσω των οποίων προωθείται και προάγεται η εν
    γένει εμπορική και πολιτιστική ταυτότητα των παραγόμενων οίνων τους.
6. Πωλούν αξεσουάρ, βιβλία και αντικείμενα σχετικά με τον οίνο και το οινοποιείο.
7. Πωλούν ειδικούς οίνους και συσκευασίες δώρου.
8. Εκθέτουν παραδοσιακά αντικείμενα αμπελουργίας και οινοποιίας.

Δ. Αδειοδότηση
1. Η επισκεψιμότητα στα αναφερόμενα οινοποιεία είναι δυνατή εφόσον αυτά είναι εφοδια-
    σμένα με τις απαραίτητες εγκρίσεις και άδειες που αφορούν την ασφάλεια των εγκατα-
    στάσεων και χώρων καθώς και χώρων υγιεινής κατά την παραμονή των επισκεπτών.
2. Παραλλήλως, η προβολή και διαφήμιση των οίνων και των λοιπών οινικών προϊόντων
    πρέπει να γίνεται με θεμιτά μέσα, που σκοπό έχουν να καθοδηγούν ορθά τους επισκέπτες
    - καταναλωτές και να τους προστατεύουν από ανακρίβειες, οι οποίες μπορούν να
    δημιουργήσουν σύγχυση ή να τους παραπλανήσουν.
3. Τα οινοποιεία που πληρούν τις προϋποθέσεις που αναφέρονται παραπάνω και καθίστα-
    νται επισκέψιμα, υποχρεούνται να γνωστοποιούν το γεγονός αυτό στο Υπουργείο
    Γεωργίας και στην αρμόδια Υπηρεσία της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης. Οι υπεύθυνοι του
    οινοποιείου υποχρεούνται να δέχονται τα εντεταλμένα όργανα του Υπ. Γεωργίας και της
    Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης για έλεγχο.

ΠΗΓΗ:Οινικές εξερευνήσεις

Πέμπτη 18 Νοεμβρίου 2010

ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ, ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ ΚΑΙ ΤΥΠΟΙ ΟΙΝΩΝ



Τα χαρακτηριστικά από τα οποία διακρίνεται ένα κρασί εξαρτώνται από πολλούς παράγοντες. Κατά κύριο λόγο όμως οφείλονται στην (ή στις) ποικιλία σταφυλιών από την οποία προέρχεται, στην περιοχή και τον τρόπο καλλιέργειας, στις μεθόδους που χρησιμοποιήθηκαν για τη μετατροπή του μούστου σε κρασί, κλπ. Κατά συνέπεια, το κάθε κρασί, ανάλογα με τον τόπο και τον τρόπο που παράγεται, ανήκει σε μια συγκεκριμένη κατηγορία και χαρακτηρίζεται από ένα επίσης συγκεκριμένο τύπο.
ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ ΟΙΝΩΝ
Σύμφωνα με την ελληνική νομοθεσία, η οποία είναι εναρμονισμένη με την αντίστοιχη ευρωπαϊκή, τα εμφιαλωμένα κρασιά χωρίζονται σε δύο μεγάλες κατηγορίες: τους επιτραπέζιους οίνους και τους οίνους ονομασίας προέλευσης (Ο.Π.Α.Π. ή Ο.Π.Ε.).
Α. ΟΙΝΟΙ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ ΠΡΟΕΛΕΥΣΗΣ
Τα κρασιά ονομασίας προελεύσεως διακρίνονται σε κρασιά Ονομασίας Προελεύσεως Ανωτέρας Ποιότητας (Ο.Π.Α.Π.) και Ονομασίας Προελεύσεως Ελεγχόμενης (Ο.Π.Ε.). Τα Ο.Π.Α.Π. φέρουν πάνω στο φελλό ειδική κόκκινη ταινία αναγνώρισης. Η ταινία αυτή για τα κρασιά Ο.Π.Ε. είναι μπλε. Οι ταινίες χορηγούνται από το κράτος με βάση τις δηλώσεις παραγωγής. Κανονικά θα έπρεπε οι ταινίες και κατά συνέπεια η «έγκριση» να χορηγείται από ειδικές επιτροπές, οι οποίες θα προέβαιναν σε «τυφλή» δοκιμασία των κρασιών όλων των δεξαμενών και των βαρελιών που πρόκειται να έρθουν στο εμπόριο ως οίνοι Ο.Π.Α.Π. ή Ο.Π.Ε. Δυστυχώς, τέτοιες επιτροπές δεν λειτούργησαν ποτέ στη χώρα μας, είτε γιατί δεν υπήρχαν στην περιφέρεια εκπαιδευμένοι γευσιγνώστες, είτε γιατί δεν είναι έτοιμος ο παραγωγικός κόσμος να δεχθεί την κρίση μιας ομάδας ειδικών χωρίς δυσαρέσκεια. Επομένως, στην πράξη η επικόλληση μιας μπλε ή κόκκινης ταινίας στο επιστόμιο συνιστά, για την ώρα, μια διοικητική και όχι μια ποιοτική εγγύηση.
Οι περιοχές που δίνουν, βάσει νομοθεσίας, κρασιά Ο.Π.Α.Π. ή Ο.Π.Ε. είναι οι εξής:

ΖΩΝΕΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ ΛΕΥΚΩΝ ΞΗΡΩΝ ΟΙΝΩΝ Ο.Π.Α.Π.
. ΑΓΧΙΑΛΟΣ (ΘΕΣΣΑΛΙΑ) - Ροδίτης, Σαββατιανό
. ΖΙΤΣΑ (ΗΠΕΙΡΟΣ) - Ντεμπίνα
. ΚΕΦΑΛΛΗΝΙΑ (ΕΠΤΑΝΗΣΑ) - Ρομπόλα
. ΛΗΜΝΟΣ (ΑΝ. ΑΙΓΑΙΟ) - Μοσχάτο Αλεξανδρείας
. ΜΑΝΤΙΝΕΙΑ (ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΣ) - Μοσχοφίλερο
. ΜΕΛΙΤΩΝΑ ΠΛΑΓΙΕΣ (ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ) - Ροδίτης, Ασύρτικο, Αθήρι
. ΠΑΡΟΣ (ΚΥΚΛΑΔΕΣ) - Μονεμβάσια
. ΠΑΤΡΑ (ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΣ) - Ροδίτης
. ΠΕΖΑ (ΚΡΗΤΗ) - Βηλάνα
. ΡΟΔΟΣ (ΔΩΔΕΚΑΝΗΣΑ) - Αθήρι
. ΣΑΝΤΟΡΙΝΗ (ΚΥΚΛΑΔΕΣ) - Ασύρτικο, Αθήρι, Αϊδάνι
. ΣΗΤΕΙΑ (ΚΡΗΤΗ) - Βηλάνα, Θραψαθήρι

ΖΩΝΕΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ ΕΡΥΘΡΩΝ ΞΗΡΩΝ ΟΙΝΩΝ Ο.Π.Α.Π.
. ΑΜΥΝΤΑΙΟ (ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ) - Ξινόμαυρο
. ΑΡΧΑΝΕΣ (ΚΡΗΤΗ) - Κοτσιφάλι, Μανδηλαριά
. ΓΟΥΜΕΝΙΣΣΑ (ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ) - Ξινόμαυρο, Νεγκόσκα
. ΔΑΦΝΕΣ (ΚΡΗΤΗ) - Λιάτικο
. ΛΗΜΝΟΣ (ΑΝ. ΑΙΓΑΙΟ) - Λημνιό
. ΜΕΛΙΤΩΝΑ ΠΛΑΓΙΕΣ (ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ) - Λημνιό, Cabernet Sauvignon, Cabernet Franc
. ΜΕΣΕΝΙΚΟΛΑ (ΘΕΣΣΑΛΙΑ) - Μαύρο Μεσενικόλα, Carignan, Syrah
. ΝΑΟΥΣΑ (ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ) - Ξινόμαυρο
. ΝΕΜΕΑ (ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΣ) - Αγιωργίτικο
. ΠΑΡΟΣ (ΚΥΚΛΑΔΕΣ) - Μανδηλαριά, Μονεμβάσια
. ΠΕΖΑ (ΚΡΗΤΗ) - Κοτσιφάλι, Μανδηλαριά
. ΡΑΨΑΝΗ (ΘΕΣΣΑΛΙΑ) - Ξινόμαυρο, Σταυρωτό, Κρασάτο
. ΡΟΔΟΣ (ΔΩΔΕΚΑΝΗΣΑ) - Μανδηλαριά
. ΣΗΤΕΙΑ (ΚΡΗΤΗ) - Λιάτικο, Μανδηλαριά

ΖΩΝΕΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ ΕΠΙΔΟΡΠΙΩΝ ΟΙΝΩΝ Ο.Π.Ε. ή Ο.Π.Α.Π.

. *ΔΑΦΝΕΣ (ΚΡΗΤΗ) - Λιάτικο
. ΚΕΦΑΛΛΗΝΙΑ ΜΑΥΡΟΔΑΦΝΗ (ΕΠΤΑΝΗΣΑ) - Μαυροδάφνη, Κορινθιακή
. ΚΕΦΑΛΛΗΝΙΑ ΜΟΣΧΑΤΟΣ (ΕΠΤΑΝΗΣΑ) - Μοσχάτο Λευκό
. ΛΗΜΝΟΣ ΜΟΣΧΑΤΟΣ (ΑΝ. ΑΙΓΑΙΟ) - Μοσχάτο Αλεξανδρείας
. *ΝΕΜΕΑ (ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΣ) - Αγιωργίτικο
. ΠΑΤΡΑ ΜΑΥΡΟΔΑΦΝΗ (ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΣ) - Μαυροδάφνη Κορινθιακή
. ΠΑΤΡΑ ΜΟΣΧΑΤΟΣ (ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΣ) - Μοσχάτο Λευκό
. ΡΙΟ ΠΑΤΡΩΝ ΜΟΣΧΑΤΟΣ (ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΣ) - Μοσχάτο Λευκό
. ΡΟΔΟΣ ΜΟΣΧΑΤΟΣ (ΔΩΔΕΚΑΝΗΣΑ) - Μοσχάτο Τρανί, Μοσχάτο Λευκό
. ΣΑΜΟΣ ΜΟΣΧΑΤΟΣ (ΑΝ. ΑΙΓΑΙΟ) - Μοσχάτο Λευκό
. *ΣΑΝΤΟΡΙΝΗ VINSANTO (ΚΥΚΛΑΔΕΣ) - Ασύρτικο, Αϊδάνι
. *ΣΗΤΕΙΑ (ΚΡΗΤΗ) - Λιάτικο
ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Οι επιδόρπιοι (γλυκείς) οίνοι του ονόματος των οποίων προηγείται * είναι οίνοι Ο.Π.Α.Π. Οι λοιποί είναι οίνοι Ο.Π.Ε.

ΖΩΝΕΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ ΑΦΡΩΔΩΝ ΞΗΡΩΝ ΟΙΝΩΝ Ο.Π.Α.Π..

. ΑΜΥΝΤΑΙΟ (ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ) - Ξινόμαυρο (Ροζέ)
. ΖΙΤΣΑ (ΗΠΕΙΡΟΣ) - Ντεμπίνα (Λευκό)
Β. ΕΠΙΤΡΑΠΕΖΙΟΙ ΟΙΝΟΙ
Στην κατηγορία αυτή ανήκει το 90% περίπου των ελληνικών κρασιών, όπως επίσης οι Τοπικοί Οίνοι και οι Οίνοι Ονομασίας Κατά Παράδοση.
Γ. ΤΟΠΙΚΟΙ ΟΙΝΟΙ
Η υποκατηγορία αυτή δημιουργήθηκε και αναπτύχθηκε τα τελευταία χρόνια. Οι Τοπικοί οίνοι φέρουν το όνομα της περιοχής από την οποία προέρχονται και το χαρακτηρισμό «Τοπικός» -π.χ. Αττικός Τοπικός, Πελοποννησιακός Τοπικός κλπ.
Οι Τοπικοί οίνοι, σύμφωνα με τις τελευταίες υπουργικές αποφάσεις, ανάλογα με το όνομα της περιοχής που φέρουν, χωρίζονται σε: α) Τοπικούς Διαμερισματικούς (π.χ. Πελοποννησιακός, Μακεδονικός κλπ.), β) Τοπικούς που εκτείνονται σε περισσότερους του ενός νομού (π.χ. Πλαγιών Κορινθιακού), γ) Τοπικούς με ένδειξη νομού (π.χ. Πυλίας), επαρχίας ή αμπελουργικής περιοχής μικρότερης του νομού (μικροί τοπικοί).
Δ. ΟΙΝΟΙ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ ΚΑΤΑ ΠΑΡΑΔΟΣΗ
Σύμφωνα με την Κοινοτική νομοθεσία στην ομάδα αυτήν κατατάσσονται η Ρετσίνα και η Verdea των Ιονίων Νήσων.
Ο όρος «Ονομασία Κατά Παράδοση» σημαίνει ότι το όνομα Ρετσίνα, λόγου χάρη, χρησιμοποιείται αναγκαστικά και παραδοσιακά για το χαρακτηρισμό κρασιών με το χρώμα, το άρωμα και τη γεύση κρασιών που περιέχουν διαλυμένη ποσότητα ρετσινιού.

ΤΥΠΟΙ ΟΙΝΩΝ

Οι τύποι των κρασιών σχετίζονται με το χρώμα, την περιεκτικότητα σε σάκχαρα και την περιεκτικότητα σε διοξείδιο του άνθρακα.
ΧΡΩΜΑ
Τα κρασιά ανάλογα με το χρώμα τους κατατάσσονται σε λευκά, ροζέ και ερυθρά. Το χρώμα του κρασιού εξαρτάται από το είδος του σταφυλιού, αλλά και από τη μέθοδο οινοποίησης.
ΠΕΡΙΕΚΤΙΚΟΤΗΤΑ ΣΕ ΣΑΚΧΑΡΑ
Ανάλογα με την περιεκτικότητά τους σε σάκχαρα, τα κρασιά διακρίνονται σε ξηρά, ημίξηρα, ημίγλυκα και γλυκά.
Η νομοθεσία ορίζει επακριβώς την απαιτούμενη συγκέντρωση σακχάρων, προκειμένου ένα κρασί να χαρακτηριστεί ξηρό ή ημίξηρο κλπ. Η γλυκύτητα του κρασιού οφείλεται στα σάκχαρα που παραμένουν αζύμωτα όταν σταματήσει η αλκοολική ζύμωση. Η αλκοολική ζύμωση μπορεί να σταματήσει και τεχνητά, με προσθήκη αλκοόλης. Τα γλυκά κρασιά με περιεκτικότητα σε αλκοόλη μεγαλύτερη από 15% vol. είναι τα γνωστά Vins de Liqueur.

ΠΕΡΙΕΚΤΙΚΟΤΗΤΑ ΣΕ ΔΙΟΞΕΙΔΙΟ ΤΟΥ ΑΝΘΡΑΚΑ
Ανάλογα με την περιεκτικότητά τους σε διαλυμένο διοξείδιο του άνθρακα, τα κρασιά χωρίζονται σε ήσυχα, ημιαφρώδη και αφρώδη. Το αέριο μπορεί να προέρχεται από την αλκοολική ζύμωση και να έχει διατηρηθεί στο κρασί (Φυσικώς Αφρώδεις Οίνοι) ή να προστεθεί εκ των υστέρων (Ανθρακούχοι).


πηγη:e-geoponoi.gr

Τρίτη 16 Νοεμβρίου 2010

ΠΑΡΑΓΩΓΗ ΚΡΑΣΙΟΥ

Προβολή εικόνας πλήρους μεγέθους

Η πρώτη ύλη

Οι ρώγες του σταφυλιού περιέχουν σάκχαρα, που θα μετατραπούν με αλκοολική ζύμωση σε οινόπνευμα, οργανικά οξέα και νερό. Για την παραγωγή ερυθρού ή ροζέ οίνου τα σταφύλια κατά κανόνα είναι ερυθρά, ενώ για τους λευκούς οίνους, το σταφύλι μπορεί να είναι λευκό ή και ερυθρό. Σημαντική για το τελικό αποτέλεσμα είναι η περιεκτικότητα του σταφυλιού σε σάκχαρα και οξέα, η οποία εξαρτάται από την ποικιλία, το έδαφος, τις κλιματικές συνθήκες, αλλά και από την χρονική στιγμή του τρύγου, δηλ. την ωρίμανση του σταφυλιού. Όσο πιο πολύ αφήνεται να ωριμάσει ένα σταφύλι, τόσο αυξάνονται τα σάκχαρά του εις βάρος των οξέων, έτσι ώστε να είναι κατάλληλο για γλυκά κρασιά, αλλά όχι για όξινα -και αντίστροφα. Το σταφύλι, λοιπόν, επιλέγεται, ανάλογα με το κρασί που θέλει να βγάλει κανείς, βάσει της ποικιλίας του αμπελιού, του τόπου και του τρόπου που καλλιεργείται. Όσο πιο ελεγχόμενης ποιότητας είναι ένα κρασί σύμφωνα με το νόμο, τόσο πιο αυστηρά είναι τα κριτήρια επιλογής του αμπελιού. Στους "Οίνους Ποιότητας Παραγόμενους σε Καθορισμένη Περιοχή" (V.Q.P.R.D.), καθορίζονται αυστηρά η ποικιλία, η τοποθεσία, η καλλιεργητική τεχνική, ακόμη και η στρεμματική απόδοση του αμπελιού, ενώ οι απλοί "Επιτραπέζιοι Οίνοι" δεν υφίστανται τέτοιους νομικούς περιορισμούς και μπορούν να παράγονται από μη καθορισμένο χαρμάνι διάφορων σταφυλιών ή μούστων. Βέβαια, εκτός από τους νόμους, υπάρχει η παράδοση και το μεράκι του οινοποιού, που συχνά δίνει εκπληκτικά αποτελέσματα πέρα από κάθε κανονισμό και κατηγορία.

Γλευκοποίηση

 

Μετά τον τρύγο τα σταφύλια πρέπει να μεταφερθούν χωρίς καθυστέρηση στο "πατητήρι", όπου θα εξαχθεί το γλεύκος (κοινώς μούστος) από τις ρώγες. Η έκθλιψη του μούστου μπορεί να γίνει με διάφορες μεθόδους. Το παραδοσιακό πατητήρι όπου τα σταφύλια πατιούνται κυριολεκτικά από τους τρυγητές σχεδόν δεν χρησιμοποιείται πλέον. Τη θέση του έχουν καταλάβει διάφορα μηχανήματα ("σπαστήρες"), χειροκίνητα ή ηλεκτρικά, που συνήθως λειτουργούν συνθλίβοντας το σταφύλι ανάμεσα σε περιστρεφόμενους κυλίνδρους. Υπάρχουν μηχανήματα ("πιεστήρια") τα οποία, προκειμένου να παραχθεί λευκό κρασί, διαχωρίζουν αυτόματα το χυμό από τα στερεά συστατικά της ρώγας. Για το κόκκινο κρασί δεν χρειάζεται, παρά μόνο πολύ αργότερα, να γίνει αυτός ο διαχωρισμός -σε πρώτο στάδιο παίρνουμε το μούστο μαζί με τα στερεά συστατικά, δηλ. ολόκληρο το σταφυλοπολτό.
Αυτό που είναι πάντα επιβεβλημένο τόσο στη λευκή, όσο και στην ερυθρά οινοποίηση, είναι η αφαίρεση των κοτσανιών (αποβοστρύχωση), καθ' ότι αυτά είναι επιζήμια τόσο για τη γεύση του κρασιού, όσο και για την υγεία του καταναλωτή.

Ζύμωση

 

Το οινόπνευμα που περιέχει το κρασί παράγεται από τα σάκχαρα του μούστου -κυρίως γλυκόζη και φρουκτόζη- με την αντίδραση της αλκοολικής ζύμωσης, που επιτελείται από ειδικά ένζυμα ("ζυμάσες") των ζυμομυκήτων. Οι "πιο αποδοτικοί" μύκητες ανήκουν στο γένος Saccharomyces, στη διαδικασία όμως συμμετέχουν ενεργά και είδη των γενών Pichia, Kloeckera και Torulopsis. Ο οινοποιός, αντίθετα από τον ζυθοποιό, δεν χρειάζεται να εμβολιάσει το γλεύκος με καλλιεργημένους ζυμομύκητες.
Οι ζυμομύκητες ήδη πριν τον τρύγο υπάρχουν αδρανοποιημένοι στο φλοιό των σταφυλιών και "ενεργοποιούνται" κατά τη γλευκοποίηση. Έρχονται σε επαφή με το μούστο, εκεί πολλαπλασιάζονται και επιτελούν τη ζύμωση, κατά την οποία εκτός από αιθυλική αλκοόλη παράγεται διοξείδιο του άνθρακα και θερμότητα ,γι' αυτό ,κατά τη διάρκεια της ζύμωσης ο μούστος είναι ζεστός και "κοχλάζει". Η ζύμωση διαρκεί από 8-9 έως και 25 ημέρες, ανάλογα με την αρχική συγκέντρωση των σακχάρων, τη θερμοκρασία στην οποία πολλαπλασιάζονται και δρουν οι μύκητες, το οξυγόνο που έχουν στη διάθεσή τους και άλλους παράγοντες. Όσο πιο πολύ διαρκεί η ζύμωση, τόσο πιο πολλά "αρώματα ζύμωσης" θα πάρει το κρασί, γι' αυτό, ιδίως στα λευκά κρασιά, οι περισσότεροι οινοποιοί διατηρούν με τεχνητά μέσα χαμηλή τη θερμοκρασία ζύμωσης, μειώνοντας την ταχύτητά της.
Στα κόκκινα κρασιά συχνά η ζύμωση γίνεται σε δύο φάσεις, μια πρώτη, σφοδρή και γρήγορη, στη διάρκεια της οποίας μέσα στο μούστο βρίσκονται και οι φλούδες ("στέμφυλα") των σταφυλιών, και μια δεύτερη πιο αργή, μετά την αφαίρεση των στέμφυλων. Η ζύμωση μπορεί να διακοπεί πριν την ολοκλήρωσή της με θέρμανση (>38-40 Κελσίου), με ψύξη (<6-7 Κελσίου) ή με προσθήκη μικρής ποσότητας καθαρού οινοπνεύματος. Αν η ζύμωση διακοπεί, ένα ποσοστό των σακχάρων μένει αδιάσπαστο, έτσι η μέθοδος βρίσκει εφαρμογή στην παρασκευή γλυκών κρασιών.
Εκτός από την αλκοολική ζύμωση, συχνά στο μούστο λαμβάνει παράλληλα χώρα κι ένας άλλος τύπος ζύμωσης, η μηλογαλακτική ζύμωση. Κατά την αντίδραση αυτή ένα από τα οργανικά οξέα του σταφυλιού, το μηλικό οξύ, μετατρέπεται σε γαλακτικό. Αυτό έχει σημασία, γιατί το γαλακτικό οξύ είναι λιγότερο όξινο του μηλικού, έτσι η μηλογαλακτική ζύμωση μειώνει την οξύτητα του κρασιού. Αυτό το επιδιώκουμε κυρίως στα ερυθρά κρασιά, ενώ στα λευκά η οξύτητα συνήθως είναι επιθυμητή σε μεγαλύτερο βαθμό.

Το χρώμα του κρασιού

 

Οι ειδήμονες μιλούν συνήθως,  για δύο διαφορετικές διαδικασίες, τη "λευκή οινοποίηση" και την "ερυθρά οινοποίηση".
Πολύς κόσμος θεωρεί, πως το κόκκινο κρασί παράγεται από κόκκινα σταφύλια και το λευκό κρασί από λευκά. Αυτό ναι μεν συνήθως ισχύει, κάλλιστα όμως μπορεί να γίνει και το αντίστροφο- η ουσία δε βρίσκεται εκεί. Αν πάρουμε μια μαύρη και μια άσπρη ρώγα και τις στύψουμε ξεχωριστά, κρατώντας μόνο το ζουμί, θα δούμε πως έχει και στις δύο περιπτώσεις το ίδιο (σχετικά ανοικτό) χρώμα.
Οι χρωστικές του σταφυλιού, που ονομάζονται ανθοκυάνες, δεν βρίσκονται λοιπόν στο μούστο, αλλά στα στερεά μέρη της ρώγας (στέμφυλα). Αυτό που τελικά καθορίζει το χρώμα, είναι κυρίως το αν τα στερεά μέρη της ρώγας θα βρίσκονται ή όχι μέσα στο μούστο κατά τη ζύμωση, έτσι ώστε να γίνει εκχύλιση των χρωστικών τους.
Έτσι: Στη λευκή οινοποίηση μπορούν να χρησιμοποιηθούν σταφύλια κάθε χρώματος, φτάνει κατά το πάτημα να ληφθεί σκέτος μούστος (δηλ. χυμός). Οι θερμοκρασίες κατά τη ζύμωση, μπορούν να κρατηθούν χαμηλές για να καθυστερήσει η αντίδραση και να εμπλουτιστεί το κρασί με αρώματα ζύμωσης.
Στην ερυθρά οινοποίηση συνηθίζεται να χρησιμοποιούνται κόκκινα σταφύλια, χωρίς να σημαίνει πως δε μπορούν να χρησιμοποιηθούν και πιο ανοιχτόχρωμες ποικιλίες. Τα στερεά συστατικά της ρώγας παραμένουν στο μούστο κατά τη ζύμωση (όλα μαζί, μούστος και στέμφυλα, λέγονται σταφυλοπολτός) για διάστημα συνήθως 2 έως 18 ημερών ("διάρκεια εκχύλισης"), ανάλογα με την ποικιλία του σταφυλιού και το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα από άποψης χρώματος και γεύσης.

Τα στέμφυλα, χάρη στο διοξείδιο του άνθρακα που εκλύεται κατά τη ζύμωση, ανεβαίνουν στην επιφάνεια σαν κρούστα  (το λεγόμενο και "καπέλο").
Εδώ, τουλάχιστον στο πρώτο στάδιο της ζύμωσης, η υψηλή θερμοκρασία που αναπτύσσεται είναι επιθυμητή, γιατί διευκολύνει την εκχύλιση των χρωστικών και άλλων συστατικών από τα στερεά μέρη του σταφυλιού. Από τα "άλλα συστατικά", μέγιστης σημασίας είναι οι τανίνες, οι ουσίες στις οποίες κυρίως οφείλουν τα κρασιά (ιδιαίτερα τα "μπρούσκα") τη στυφή-ξηρή συνισταμένη της γεύσης τους. Μετά την εκχύλιση, ο μούστος διαχωρίζεται και οδηγείται σε άλλη δεξαμενή για συνεχιστεί η ζύμωση. Τα στέμφυλα είτε "στύβονται" για να πάρουμε το μούστο που περιέχουν (περίπου 10% του συνόλου), κάτι που σπάνια γίνεται και μόνο για κρασιά παλαίωσης, είτε οδηγούνται στον άμβυκα για απόσταξη και παραγωγή τσίπουρου. Στα ερυθρά κρασιά επιδιώκουμε συνήθως και τη μηλογαλακτική ζύμωση, που είδαμε παραπάνω.
Τα ροζέ κρασιά, όπως μπορεί πλέον κάποιος  να φανταστεί , δεν παράγονται από "ροζέ σταφύλια". Η παρασκευή ροζέ κρασιού γίνεται από κόκκινα σταφύλια με βραχύτατη εκχύλιση, διάρκειας όχι πάνω από ένα εικοσιτετράωρο, ή, σπανιότερα, από λευκά σταφύλια με μακράς διάρκειας εκχύλιση.

Γλυκά και ημίγλυκα κρασιά

 

Τα κρασιά αυτά, χωρίς συνήθως να είναι μικρότερου αλκοολικού βαθμού, περιέχουν μη ζυμωμένα σάκχαρα, στα οποία οφείλουν τη γεύση τους. Αυτό, όπως είδαμε, μπορεί να επιτευχθεί με διακοπή της ζύμωσης, που συνήθως γίνεται με την προσθήκη οινοπνεύματος 95% καθαρού.
Άλλη μέθοδος είναι η υπερωρίμανση σταφυλιών από συγκεκριμένες ποικιλίες, που δίνει μούστο με τόσο πολλά σάκχαρα, έτσι ώστε οι ζυμομύκητες "εξαντλούνται" (με την άνοδο της περιεκτικότητας σε οινόπνευμα) πριν τα ζυμώσουν όλα. Τα ημίγλυκα κρασιά επίσης μπορούν να παραχθούν σταματώντας τη ζύμωση με ψύξη του μούστου, με προσθήκη θειώδους ανυδρίτου (μια ακίνδυνη ουσία που χρησιμοποιείται σαν συντηρητικό -το μόνο επιτρεπόμενο- σε πάρα πολλά κρασιά) ή με αφαίρεση των ζυμομυκήτων με φιλτράρισμα.

 

 

Ωρίμανση και παλαίωση

 

Θεωρείται από πολλούς αυτονόητο, ότι το κρασί όσο παλιώνει, τόσο καλύτερο γίνεται, καθώς και ότι κερδίζει από την παραμονή του σε ξύλινα βαρέλια. Τίποτε όμως από τα ανωτέρω δεν έχει γενική ισχύ. Το κρασί, ακόμη και στις πλέον σταθερές συνθήκες, υφίσταται αργές χημικές μεταβολές. Πρέπει να νοείται σαν ζωντανός οργανισμός που  δεν έχει απεριόριστη διάρκεια ζωής, αλλά περνά φάσεις "νεότητας" και "ακμής-ωριμότητας" ώσπου τελικά να "γεράσει" και να "πεθάνει", δηλ. να λήξει η περίοδος στην οποία μπορεί να καταναλωθεί. Διαφορετικά είδη κρασιού έχουν διαφορετική διάρκεια ζωής κάτω από διαφορετικές ιδανικές συνθήκες παλαίωσης και συντήρησης. Αυτό που γενικά επιδιώκουμε, είναι να μην οξειδώνεται το κρασί, ή καθώς αυτό είναι πρακτικά αδύνατο, να οξειδώνεται μόνο με πολύ αργό και ελεγχόμενο ρυθμό (εξαίρεση στον κανόνα αποτελούν τα ειδικά "κρασιά οξείδωσης", π.χ. τα ενισχυμένα με οινόπνευμα Sherry και Madeira, όπου η οξείδωση επιδιώκεται μεν, αλλά και πάλι με αυστηρά ελεγχόμενες συνθήκες και ρυθμό).
Κατά την οξείδωση ενός κρασιού παράγεται ακεταλδεϋδη (προϊόν οξείδωσης της αιθανόλης), στην οποία οφείλεται το χαρακτηριστικό άρωμα οξείδωσης των κακοσυντηρημένων κρασιών. Όσον αφορά την ωρίμανση σε βαρέλι, αυτή βοηθά πολλά κρασιά να βελτιώσουν τους χαρακτήρες τους.
Πολλά κόκκινα κρασιά δεν είναι κατάλληλα για κατανάλωση πριν "μαλακώσουν" στο βαρέλι. Μειώνεται η οξύτητα, σχηματίζονται πολύπλοκες ενώσεις που επιδρούν στη γεύση και το άρωμα, εκχειλίζονται ουσίες του βαρελιού (για το οποίο χρησιμοποιείται αποκλειστικά ξύλο δρυός) και καθιζάνουν διάφορα ανεπιθύμητα συστατικά. Επίσης επιτρέπεται η πολύ αργή οξείδωση, που θα δώσει ουσίες, οι οποίες αργότερα, στο αεροστεγές περιβάλλον της φιάλης, αποκτούν αναγωγικό χαρακτήρα και αναπτύσσουν το "μπουκέτο" ενός κρασιού παλαίωσης. Η διάρκεια της ωρίμανσης στο βαρέλι ποικίλλει για κάθε κόκκινο κρασί και δεν ισχύει σε καμιά  περίπτωση το "όσο περισσότερο, τόσο καλύτερα» -συνήθως μιλάμε για κάποιους μήνες έως και λίγα χρόνια στις ακραίες περιπτώσεις.
Υπάρχουν πολλά κόκκινα κρασιά στα οποία η ωρίμανση στο βαρέλι δεν έχει τίποτε να προσφέρει, καθώς και άλλα που τα καταστρέφει, π.χ. κρασιά χωρίς έντονο άρωμα, που στο βαρέλι θα αποκτούσαν αμιγείς τους χαρακτήρες του ξύλου.
Τα λευκά κρασιά συνήθως δεν χρειάζονται -ούτε και αντέχουν- την ωρίμανση στο βαρέλι, αν και κάποια μπορούν να εμπλουτιστούν σε γεύση και άρωμα, αποκτώντας πιο σύνθετο χαρακτήρα. Εδώ όμως η διαδικασία απαιτεί ακόμη περισσότερη τέχνη και προσοχή από τον οινοποιό. Μετά την ενδεχόμενη ωρίμανση στο βαρέλι ακολουθεί η παλαίωση στη φιάλη, που φυσικά συμβαίνει συνήθως με την ευθύνη όχι του οινοποιού, αλλά του αγοραστή-καταναλωτή. Εδώ σημαντική προϋπόθεση είναι η απουσία οξυγόνου (αεροστεγής φελλός και πλαγιασμένη φιάλη) και λοιπών οξειδωτικών συνθηκών (σχετικά χαμηλή θερμοκρασία, απουσία φωτός και λοιπές "συνθήκες κάβας"). Αυτή είναι η φάση όπου τα ποιοτικά κρασιά αποκτούν το χαρακτηριστικό τους "μπουκέτο". Και εδώ η διάρκεια της παλαίωσης ποικίλλει: ελάχιστα είναι τα κρασιά που αντέχουν μέχρι και έναν αιώνα, ενώ τα περισσότερα φτάνουν στην ποιοτική κορύφωση του χαρακτήρα τους μετά από λίγα χρόνια -αν αργήσουν κι άλλο να καταναλωθούν οδηγούνται στη "γήρανση".

FROM GIDIARIS-AE.GR

The Components of Wine

I must confess that I had been drinking wine, with quite an interest, keeping tasting notes and scouring retailers for certain wines that I wanted to try, long before I paid any attention to anything other than the flavour of a wine. Even when I heard other more experienced tasters talk about tannins and acidity, I was still somewhat bemused as to what they where referring to. Realisation only began to dawn when I really began to pay attention to the structure of a wine, rather than just the flavour. An appreciation of the balance of tannins, acidity, alcohol, flavour and other components did much to help in my understanding and enjoyment of wine. Self-education regarding taste is, however, difficult. My first taste of a three year old classed growth claret did a lot to tell me about the effects of tannin on a wines drinkability and longevity. I hope this brief guide to the components that make up a wine will help you to understand and enjoy them more also, without having to pop open too many expensive wines as part of your learning!

Tannin

The tannins in a wine are derived from the pips, skins and stalks. They are vitally important if a wine is intended to age, as they are a natural preservative. The tannins give structure and backbone to the wine. They can be sensed by a furring of the mouth, or puckering of the gums, a sensation very similar to what happens on drinking stewed tea. This is unsurprising, as this effect is also due to tannins, released from the tealeaves after stewing in the hot water for too long.
Tannins are of more importance in the ageing of red wines rather than white. The tannins act as a preservative, and as they fade over many years, the simple, primary fruit flavours have time to develop into the more complex flavours that are found in fine, aged wines. A level of tannins that is sufficient to provide structure, but not so obvious as to dominate the palate, is the ideal when a wine is ready for drinking. For this reason tannins are still important in red wines not intended for long ageing, as they give grip or structure to these wines also. Tannins may also have different qualities, and may be described as harsh (especially in a wine drunk too young, such as a young classed growth claret), soft (eg. Beaujolais), stalky, chalky, etc.

Acidity

All fruit requires acidity, be it an apple, lemon, mango or grape. Acidity is what gives fruit its refreshing, flavoursome sensation. Without it fruit would seem overly sweet and cloying, a little like the sensation derived from drinking the sugary fruit syrup in which some canned fruit is presented. Just like fruit, wine also requires acidity. Too little, and it will seem dull, flabby or perhaps cloying, particularly if it is a sweet wine.  Too much, and the wine will be sharp, harsh and undrinkable. Acidity can be detected by the sharpness of the wine in the mouth, particularly around the edges of the tongue near the front.
Some acids, such as acetic acid, are known as volatile acids, and in small amounts these can really lift the flavours in the wine. Too much, and the wine begins to resemble furniture polish, acetone (nail-polish remover) or even vinegar. Higher acidity denotes a wine from a cooler region, such as Northern France, England or New Zealand. Low acid wines come from countries with warmer weather, such as Australia, where acidity in the harvested grapes is often low enough to warrant chemical acidification.

Alcohol

Alcohol is the product of fermentation of the natural grape sugars by yeasts, and without it wine simply doesn't exist. The amount of sugar in the grapes determines what the final alcohol level will be. In cool climates, such as Germany, where the vines struggle to ripen their grapes, sugar levels will be minimal, and consequently such wines often only reach 7 or 8% strength. In very warm climes, however, the final alcohol level will be determined not so much by the amount of sugar but rather by the yeasts themselves. Once the alcohol level reaches about 14% the yeasts can no longer function and rapidly die off. For this reason, wines with a strength of more than 15% are almost certainly fortified.
The conversion of sugar to alcohol is such a vital step in the process of making wine, that the control of fermentation is the focus of much of the attention of the modern winemaker. Fermentation generates heat, and a cool, controlled fermentation will result in very different flavours in the wine (in particular, it protects fresh, delicate fruit flavours) when compared with wines where fermentation is allowed to run riot. Although fermentation will start naturally, thanks to yeasts naturally present on the grapes in the vineyard, some winemakers prefer to remove the element of chance this involves by kick-starting fermentation using cultured strains of yeast. This can have problems though - cultured yeast strains have been blamed for some unusual characteristics in wine, such as banana flavours in Beaujolais.

Sugar

Following on from the above, it is clear that if fermentation is arrested, either as a result of the yeasts failing in a gradually increasing alcohol level in the ferment, or as a result of mans intervention, there will as a consequence be some remaining sugar in the wine. Even when the yeasts work is unhindered, most wines still have at least 1g/L of residual sugar as some sugar compounds are resistant to the action of the yeasts. Clearly, the level of sugar in the wine determines how sweet it tastes. This is quite subjective, however, and even wines that taste very dry have some degree of residual sugar. Most dry wines have less than 2g/L of sugar, although levels of up to 25g/L may be present in wines which still taste dry due to the presence of acidity and tannin alongside the sugar. The greater the amount of residual sugar, the sweeter the wine, moving through demi-sec (Champagne) and off dry wines (many German Rieslings) to the dessert wines of the world (Sauternes, Tokay, etc). Some of these have incredibly high concentrations of sugar, as much as 250g/L.

Oak

Many wines are matured in oak barrels, and some are even fermented in oak. Oak from different sources (most comes from either the forests of France or USA) will impart different characteristics on the wine, but in general oak maturation gives aromas of butter, toffee, caramel, vanilla, spice and butterscotch.
French oak may give more buttery aromas, whereas American oak gives stronger vanilla and spice aromas, although but there are many more variables in the equation than this simple statement suggests. It all depends on how much oak is used, how much of it is new as opposed to re-used, how long the wine stays in contact with the wood, whether the wine is merely aged in oak or whether the fermentation takes place in it, how the oak has been treated, and so on. For instance, barrels that have been 'toasted', which means the cooper has formed them around a small fire, often burning the oak shavings he has produced in the manufacturing process, will have aromas of smoke and toast. Barrels that have been steamed during manufacture, however, may give more oatmeal aromas.

Botrytis

Noble Rot, the result of the fungus Botrytis cinerea, has a peculiarly beneficial effect on the grapes. It tends to occur in vineyards that lie next to large bodies of water, where morning mists dampen the grapes in the morning. Such locations include Sauternes in Bordeaux, and around the Neusiederlersee in Austria. Following this the mists are burnt from the ground by the afternoon sun. In conditions which are too damp, where the mists persist all day, the grapes are much more likely to be affected by Grey Rot, a destructive fungal infection which has no beneficial effect at all.
Although grapes affected by Botrytis look terrible, discoloured and shrivelled, they are the starting point for making some fabulous wines. The Botrytis has the effect of reducing water content in the grapes, concentrating the grape sugars. The quantity of wine is thus reduced, one reason touted for the cost of these bottles. Another is the need for careful selection of botrytis-affected grapes, requiring large numbers of pickers making numerous passes through the vineyard during the harvest weeks. The wine that results has a rich, luscious texture, with sweet, concentrated fruit flavours.

Yeast

In many wines the yeasts themselves are the cause of certain flavours. When a wine has completed fermentation it remains cloudy and contaminated with dead yeast cells. Many different techniques are employed to clarify the wine, including racking the wine  (gently pouring the clear wine off once the dead yeast cells have settled to the bottom) from its lees (the collection of dead yeasts).
Wines that remain on the lees for a long time, however, will take on extra richness and texture, with bready, biscuity aromas (and flavours). This technique is employed to add an extra dimension to many Champagnes, as well as Muscadet, white Burgundy (including some Chablis) and many other white wines. Some vignerons practice batonnage (stirring of the lees) in order to accentuate this effect.

Flavour

After this assessment of all the components present in wine, it is still necessary to examine the flavours that are present. In young wines at least, the flavour is directly related to the grape variety used. For more details see my section on classic white and red grape varieties.

from the winedoctor