Πέμπτη 7 Απριλίου 2011

Μαυροδάφνη: Πάνω από μισός αιώνας ιστορίας


Φανταστείτε την εικόνα: Βρισκόμαστε στο έτος 1944, και ο Πατρινός οινοποιός Γεώργιος Καρέλας έχει οινοποιήσει 86 χιλιάδες λίτρα Μαυροδάφνης, από επιλεγμένα σταφύλια της περιοχή της Καλλιθέας Πατρών. Λίγο αργότερα ξεσπάει ο εμφύλιος και η μικρή ποσότητα που δεν είχε διατεθεί, ξεμένει στα βαρέλια. Βίαιες ταραχές ακολουθούν σε ολόκληρη τη χώρα, η αγορά και η κατανάλωση κρασιού είναι το τελευταίο πράγμα που απασχολεί τους Έλληνες εκείνη την εποχή, και η Μαυροδάφνη μας απλά ξεχνιέται στα βαρέλια.
Η ιστορία μας όμως δεν σταματάει εκεί. Στις αρχές της δεκαετίας του 70, ενώ εξακολουθεί να παλαιώνει σε μεγάλα δρύινα βαρέλια των 10 χιλιάδων λίτρων, το κρασί αυτό δηλώνεται στο Υπουργείο Γεωργίας και το Γενικό Χημείο του Κράτους, ενώ το 1985 αναγνωρίζεται ως Μαυροδάφνη Πατρών, Οίνος με Ονομασία Προέλευσης Ελεγχόμενη (ΟΠΕ). Η οινοποιία Καρέλα είναι πλέον στα χέρια του γιου και των εγγονιών του ιδρυτή, οι οποίοι στις αρχές της δεύτερης χιλιετίας αποφασίζουν να προχωρήσουν σε μία επετειακή εμφιάλωση μίας μικρής ποσότητας του κρασιού, με χρονολογημένη ετικέτα «Μαυροδάφνη 1944».

Η Μαυροδάφνη είναι ταυτισμένη με την σύγχρονη ιστορία του ελληνικού κρασιού, από τότε που, λίγο μετά τα μέσα του 19 αιώνα, ο Γουσταύος Κλάους έδωσε στο σκούρο σταφύλι της Αχαΐας το όνομα της λατρεμένης μελαχρινής ντόπιας μνηστής του. Η έμπνευση της οινοποίησης της Μαυροδάφνης όπως την ξέρουμε σήμερα ανήκει στον Κλάους, ο οποίος το 1854 εγκαταστάθηκε στην Πάτρα και στη συνέχεια ίδρυσε την οινοποιία Achaia-Clauss, με στόχο την παραγωγή και εμπορία της Μαυροδάφνης. Η Μαυροδάφνη είναι ένας επιδόρπιος οίνος που δημιουργείται με την προσθήκη αλκοόλ κατά την διάρκεια της αλκοολικής ζύμωσης. Με τον τρόπο αυτό το κρασί αποκτάει υψηλή περιεκτικότητα σε αλκοόλ, διατηρώντας όμως τα φυσικά σάκχαρα, αλλά και αρκετά πρωτογενή αρώματα του σταφυλιού.

Στην οινοποίηση της Μαυροδάφνης χρησιμοποιείται η ομώνυμη ποικιλία Μαυροδάφνη Πατρών, επιτρέπεται όμως και η συμμετοχή της γλυκιάς ποικιλίας Μαύρη Κορινθιακή, από την οποία προκύπτει η κορινθιακή σταφίδα. Με την ολοκλήρωση της διαδικασίας της οινοποίησης, το κρασί μεταφέρεται σε μεγάλα δρύινα βαρέλια, στα οποία όχι μόνο παλαιώνει, αλλά και οξειδώνεται, για μεγάλο χρονικό διάστημα. Αυτό της προσδίδει αρωματική και γευστική πολυπλοκότητα, της δίνει το χαρακτηριστικό χρώμα της, που έχει κεχριμπαρένιες ανταύγειες, και παράλληλα την «σκληραγωγεί».

Έτσι, η Μαυροδάφνη μπορεί να παλαιώσει άφοβα για πολλά χρόνια. Είναι χαρακτηριστικό μάλιστα ότι, σε ένα συγκεκριμένο σκαλιστό βαρέλι στο Αυτοκρατορικό κελάρι της Achaia Clauss, παλαιώνει ακόμα, μέχρι τις μέρες μας, το παλαιότερο ελληνικό κρασί (και ένα από τα παλαιότερα της Ευρώπης): η πρώτη Μαυροδάφνη που οινοποίησε ο Γουσταύος Κλάους, εσοδείας 1873!
Η Μαυροδάφνη υπήρξε ένα από τα πιο επιτυχημένα προϊόντα εξαγωγής της Ελλάδας για πολλά χρόνια, και είναι γνωστή διεθνώς ως ποιοτικός ελληνικός επιδόρπιος οίνος. Αυτό άλλωστε μαρτυράει και η γαλάζια ταινία που φέρει κάθε φιάλη Μαυροδάφνης, η οποία αφορά στην ένδειξη οίνου ΟΠΕ, που είναι και η ανώτατη κατηγορία ποιότητας στο ελληνικό κρασί. Ωστόσο, τα τελευταία χρόνια, η κατανάλωση (και η εικόνα) της Μαυροδάφνης βρίσκονται σε ύφεση, κυρίως στην ελληνική αγορά. Αυτό συμβαίνει επειδή η Μαυροδάφνη είναι κρασί που δεν χρησιμοποιείται στο τραπέζι με το φαγητό, αλλά πίνεται ως λικέρ, ή συνδυάζεται πολύ προσεκτικά με επιλεγμένα τρόφιμα. Για τον ίδιο λόγο η κατανάλωση επιδόρπιων οίνων στην Ελλάδα είναι γενικά περιορισμένη, και μονοπωλείται κυρίως από κρασιά και αποστάγματα εισαγωγής. Κατ’ επέκταση, το marketing που γίνεται γύρω από την Μαυροδάφνη είναι σχεδόν ανύπαρκτο, καταδικάζοντάς την σε παράταση της αφάνειας και χαμηλής προτίμησής της στην αγορά.

Χρηστικά, αξίζει να γνωρίζουμε ότι η Μαυροδάφνη πίνεται δροσερή σκέτη, μετά το φαγητό ή ως κέρασμα. Εκεί όμως που απογειώνεται είναι όταν συνδυάζεται με επιδόρπια από ποιοτική μαύρη σοκολάτα, καθώς η γευστική αρμονία μεταξύ των δύο είναι μία πραγματικά απερίγραπτη εμπειρία. Εναλλακτικά, η Μαυροδάφνη μπορεί να συνοδεύσει επιδόρπια με σταφίδες ή ξηρούς καρπούς, αλλά και «μπλε» τυριά, όπως είναι το Ροκφόρ και το Στίλτον.

from: http://www.in2life.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου