Κυριακή 5 Δεκεμβρίου 2010

Μοσχάτο Σάμου


Κατά την αρχαιότητα η Σάμος δεν φημιζόταν για τα κρασιά της. Ο Στράβωνας και ο Απούλιος ισχυρίζονται ότι η Σάμος ήταν πίσω σε κρασιά.
Ο Πλίνιος, ο Αθήναιος και ο Αιολιανός απαριθμώντας ένα σωρό γνωστά κρασιά της αρχαιότητας, δεν κάνουν λόγο για Σαμιώτικο. Ο Στράβωνας, προχωρώντας παραπέρα αναφέρει ότι τα γύρω νησιά, όπως η Χίος, η Λέσβος και η Κως ήταν "κρασότοποι", ενώ η παραγωγή της Σάμου ήταν φτωχή.
Ο Αισχύλος ονομάζει την Σάμο ελαιόφυτον και ο Αντισθένης επαινεί το Σαμιώτικο λάδι,, τίποτα όμως δεν αναφέρουν για κρασί. Κατά την αρχαιότητα ονομαστά ήταν τα κρασιά της Λέσβου της Χίου της Θάσου της Ικαρίας της Κω της Ρόδου της Νάξου και άλλα.
Ο Πολυκράτης για ν’ αναδιαρθρώσει την γεωργία και παράλληλα την βιομηχανία, έφερε στη Σάμο βελτιωμένες φυλές προβάτων απ την Μίλητο, γίδες απ’ την Σκύρο και χοίρους απ’ την Σικελία, με σκοπό (προφανώς), να εκμεταλλευτεί το έδαφος των ελαιώνων, την θαμνώδη βλάστηση, τα άγρια κάστανα και τα βελανίδια που αφθονούσαν στο νησί μέχρι τα τέλη του 19ου αιώνα.
Με τα μαλλιά των προβάτων, τροφοδοτούσαν την βιομηχανία, της εποχής εκείνης και κατασκεύαζαν υφαντά, που όπως έλεγαν, "τα χαλιά ήταν μαλακότερα κι’ απ’ τον ύπνο κατάλληλα για να ξαπλώνουν πάνω τους Θεοί". Έτσι φαίνετε ότι δεν τους ενδιέφερε η παραγωγή κρασιού, το οποίο αφθονούσε στα γύρω νησιά και εκμεταλλεύτηκαν τη γη τους διαφορετικά και πιθανόν πιο αποτελεσματικά. Δεν μπορεί όμως να μην υπήρχαν αμπέλια, αφού ο Αέθλιος κι’ ο Πολυδεύκης εγκωμιάζουν τα σταφύλια της Σάμου και ο Ησύχιος κάνει λόγο για την «Σαμίαν άμπελον».
 

10ος αιώνας πρώτες αναφορές για το Σαμιώτικο κρασί

Η πρώτη αναφορά που γίνεται για Σαμιώτικο κρασί, είναι απ τον Θεόδωρο τον Πτωχοπρόδρομο ( 1143—1180) που σε ποίημά του, κατά των ηγουμένων, γράφει « Κρασίν γλυκύν Γανίτικον και Κρητικόν και εκ’ Σάμου, ίνα χυμούς εκβάλωσιν τους της ξηροφαγίας» δεν αναφέρει όμως αν το κρασί ήταν μοσχάτο, αφού γλυκά κρασιά γίνονται και από άλλες ποικιλίες σταφυλιών.
Για πρώτη φορά το Σαμιώτικο μοσχάτο κρασί αναφέρεται σε ένα κάνονα απο τον Καισάριο Δαπόντε ( 1714—1784) που ψέλνεται σε ήχο τέταρτο και γράφει. "Κρασί σκοπελίτικο, κουμανταριά κυπριώτικη, μοσχάτο σαμιώτικο και μερικά της Φραγκιάς, δαντζκας, βούτκαις δε και βλαχομπογδανίας, ροσόλια κορφιάτικα, εκλεκτά πράγματα". O Καισάριος Δαπόντες ήταν λόγιος ιερωμένος απ’ την Σκόπελο και επισκέφθηκε την Σάμο το 1754.
Στο ποίημα του Λόρδου Βύρωνα "Τα ελληνικά νησιά" υπάρχει σχετική αναφορά στον στίχο "γεμίστε ξέχειλη την κούπα σαμιώτικο κρασί!" (Fill high the bowl with Samian wine!).
 

Η εμφάνιση του μοσχάτο στην Σάμου (16ος αιώνας)

Όπως αναφέρεται από διάφορους συγγραφείς, η ποικιλία μοσχάτο Σάμου, έχει Μικρασιατική προέλευση και είναι προϊόν μεταλλαγής.
Εμφανίστηκε στη Σάμο κατά τα τέλη του 16ου αιώνα, όπου λόγω περιβάλλοντος απέδωσε πλήρως τα χαρακτηριστικά της.
Είναι ταυτόσημη ποικιλία με την Muscat de frontignan που καλλιεργείται στη μεσημβρινή Γαλλία και δεν υπάρχει αμφιβολία, ότι οι Γάλλοι, κατά την εποχή της φυλλοξήρας, πήραν μοσχεύματα απ’ την Σάμο και τα φύτεψαν στη Γαλλία δημιουργώντας αυτή την ποικιλία (muscat de frontignan). Οι Ευρωπαίοι τότε έπαιρναν απ’ την Ελλάδα, δεν έφερναν.
 

Η φυλλοξήρα στην Ευρώπη & η εξάπλωση του Σαμιώτικου κρασιού

Το κρασί της Σάμου άρχισε να γίνεται γνωστό στην Ευρώπη και από εκεί σε όλο τον κόσμο, από τα μέσα του 19ου αιώνα, όταν η φυλλοξήρα κατέστρεφε τα αμπέλια της Ευρώπης.
Οι Ευρωπαίοι και κυρίως Γάλλοι και Ιταλοί για να εξασφαλίσουν κρασί και άλλα αμπελοκομικά προϊόντα,, όπως την σταφίδα, (από την οποία κατασκεύαζαν και κρασί), στράφηκαν προς τις ανατολικές χώρες που ήταν αμόλυντες, μεταξύ των οποίων ήταν και η Σάμος.
Η μεγάλη ζήτηση τέτοιων προϊόντων έφερε την αύξηση των τιμών και αυτές ήταν το κίνητρο για την επέκταση των αμπελιών, έτσι η Σάμος έγινε ένας τεράστιος αμπελώνας, αναβαθμιδώθηκαν και φυτεύτηκαν με αμπέλια και οι πιο άγονες περιοχές. Η έκταση τους έφτασε τα 47.000 στρέμματα, όπως αναφέρουν πηγές της εποχής εκείνης. Τ
Την εποχή αυτή, ήρθαν στη Σάμο Γάλλοι οινολόγοι φέρνοντας τα πιο σύγχρονα για την εποχή μηχανήματα. Ίδρυσαν οινοποιία και κατασκεύαζαν γλυκά κρασιά, από σταφύλια που αγόραζαν από τους αμπελουργούς, τα όποια έστελναν στη Γαλλία. Αυτοί είναι οι πρώτοι που εφάρμοσαν την μέθοδο  "κοφτά κρασιά" ή "μιστέλια", δηλαδή να κόβουν την ζύμωση του μούστου, με προσθήκη οινοπνεύματος. Την ίδια μέθοδο εφαρμόζει και σήμερα η Ένωση Οινοποιητικών Συνεταιρισμών Σάμου ( Ε.Ο.Σ.Σ. ) για κατασκευή μερικών τύπων κρασιών της.
Έτσι το μοσχάτο κρασί της Σάμου έγινε παγκόσμια γνωστό και πήρε πολλά τιμητικά μετάλλια σε διάφορες εκθέσεις από πολύ παλιά, όπως του Λονδίνου το 1862 του Παρισιού το 1867 και πολλά άλλα ακόμα που κοσμούν τις προθήκες των γραφείων της Ένωσης.
Όταν οι Ευρωπαίοι ξαναφύτεψαν τα αμπέλια που είχε καταστρέψει η φυλλοξήρα, (με αμερικανικά υποκείμενα) και άρχισαν να αποδίδουν, η ζήτηση σταφίδας και κρασιών μειώθηκε, οι τιμές έπεσαν κατακόρυφα και η παραγωγή έμεινε απούλητη. Τότε στην Ελλάδα (η Σάμος ήταν τότε ανεξάρτητη, ηγεμονία) δημιουργήθηκε το λεγόμενο σταφιδικό ζήτημα, που για αρκετά χρόνια ανεβοκατέβαζε κυβερνήσεις και την ταλαιπώρησε για πολλές δεκαετίες. Στη ηγεμονική Σάμο δεν πρόλαβε να δημιουργηθεί παρόμοιο ζήτημα, γιατί το 1892 εμφανίστηκε η φυλλοξήρα κι άρχισε να καταστρέφει τα αμπέλια της.
 


Η φυλλοξήρα στην Σάμο & η εξάπλωση του καπνού

ΦυλλοξήραΟ Επόπτης Γεωργίας και Δασών της Ηγεμονίας, Αριστοτέλης Μανταφούνης, που είχε σπουδάσει γεωπόνος στο Μομπελιέ της Γαλλίας, είχε δημιουργήσει τρία φυτώρια παραγωγής αμερικανικών μοσχευμάτων και παρότρυνε όσους φύτευαν νέα αμπέλια να τα χρησιμοποιούν, γιατί η φυλλοξήρα στη Σάμο ήταν προ των πυλών, αφού ήταν απέναντι στη Μικρά Ασία με την οποία η Σάμος είχε μεγάλη επικοινωνία την εποχή εκείνη. Τότε επέκτεινε τα φυτώρια αυτά και έδινε μοσχεύματα δωρεά στους αμπελουργούς, για να φυτέψουν νέα αμπέλια. Επειδή όμως δεν κάλυπταν την ζήτηση, έκαναν εισαγωγές από την Γαλλία, τα οποία και αυτά δινόταν δωρεά.
Συγχρόνως όμως, για να έχουν οι γεωργοί άμεσο εισόδημα (αφού τα αμπέλια αργούν να αποδώσουν), έφεραν για πρώτη φορά στη Σάμο την καλλιέργεια του καπνού που λόγω της ποιότητας της παραγωγής και επειδή αξιοποιεί ακόμα και τα παιδικά εργατικά χέρια (που αφθονούσαν τότε), δεν άργησε να καταλάβει μεγάλες εκτάσεις και να γίνει η πρώτη καλλιέργεια για πολλά χωριά.
Έτσι μετά την φυλλοξήρα βρέθηκε η Σάμος να έχει λιγότερα αμπέλια από πριν, τα οποία περιορίστηκαν κυρίως στο βόρειο και κεντρικό τμήμα της Σάμου, (εδώ που σήμερα χαρακτηρίζεται σαν ζώνη μοσχάτου), ενώ στο νότιο, μεγάλες εκτάσεις κατέλαβε ο καπνός και η ελιά. Όσο για την ποικιλία, επικράτησε η ποικιλία μοσχάτο.
Η φτώχεια μετά την φυλλοξήρα ήταν μεγάλη και όπως συμβαίνει σε τέτοιες περιπτώσεις, επακολούθησε ομαδική μετανάστευση, κυρίως της νεολαίας. Από στοιχεία που υπάρχουν, μέχρι το 1910 είχαν μεταναστεύσει 3.083 νέοι κυρίως για την Αμερική και 813 νέες για υπηρέτριες στην Αίγυπτο, όταν ο πληθυσμός της Σάμου, κατά την απογραφή του 1902 ήταν 53.051 άτομα, από τα οποία 27.061 άνδρες και 25.990 γυναίκες.
Με την πάροδο του χρόνου η οικονομία του νησιού άρχισε να βελτιώνεται, ο καπνός είχε γίνει το πρώτο προϊόν για πολλά χωριά και οι τιμές ήταν πολύ ικανοποιητικές, δημιουργήθηκαν αρκετές βιομηχανίες κατασκευής τσιγάρων και διαλογής φύλλων καπνού, στο Βαθύ και το Καρλόβασι και έδιναν δουλεία σε πολλά εργατικά χέρια. Αναπτύχθηκε το εμπόριο και τα αμπέλια που φυτεύτηκαν άρχισαν να αποδίδουν. Στο βόρειο κυρίως τμήμα του νησιού, δημιουργήθηκαν από διάφορους αρκετά οινοποιεία, οι λεγόμενες ταβέρνες, που αγόραζαν μούστο από τους γεωργούς, τον οινοποιούσαν και εμπορευόταν οι ίδιοι το κρασί.

from:www.samosin.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου